Πηγή Φωτογραφιών: Pexels και Google Images

Ο Έρμαν Έσσε (2 Ιουλίου 1877- 9 Αυγούστου 1962) ήταν Γερμανός συγγραφέας, ποιητής και φιλόσοφος με βαθιές επιρροές από την ανατολική φιλοσοφία, τον γερμανικό ρομαντισμό και την ψυχανάλυση. Γεννημένος στο Καλβ της Βυρτεμβέργης, έζησε τα παιδικά του χρόνια σε ένα αυστηρά θρησκευόμενο περιβάλλον, καθώς ο πατέρας του ήταν ιεραπόστολος. Στα γράμματα εμφανίστηκε το 1899 με την ποιητική συλλογή «Τα ρομαντικά τραγούδια» και τη συλλογή πεζών «Μια ώρα μετά τα μεσάνυχτα», ενώ ακολούθησαν πολυάριθμα έργα, που τον καθιέρωσαν ως έναν από τους δημοφιλέστερους συγγραφείς του 20ού αιώνα. Μερικά από αυτά είναι: «Πήτερ Κάμεντσιντ», «Κάτω από τον τροχό» , «Γερτρούδη», «Ντέμιαν» «Σιντάρτα», «Ο λύκος της στέπας», «Νάρκισσος και Χρυσόστομος» , «Ταξίδι στην Ανατολή». Κεντρικό θέμα στα περισσότερα κείμενά του υπήρξε η υπαρξιακή θρησκευτική προβληματική του ανθρώπου και η εναγώνια προσπάθεια του να χτίσει έναν ακέριο και αρμονικό εαυτό.
Το 1941 οι Ναζί τον έθεσαν σε δυσμένεια και, δυο χρόνια αργότερα, απαγόρευσαν την κυκλοφορία των βιβλίων του, με τα βιβλία του πλέον να έχουν μεταφραστεί σε εξήντα. 60 γλώσσες, κοσμούν αναρίθμητα ράφια βιβλιοθηκών. Υπήρξε μέλος της Πρωσικής Ακαδημίας, τιμήθηκε με πολλά βραβεία, μεταξύ των οποίων με το βραβείο Γκαίτε και το βραβείο Νόμπελ, το 1946, και με το βραβείο Ειρήνης των Γερμανών βιβλιοπωλών, το 1955.
Ο Φραντς Κάφκα (3 Ιουλίου 1883 - 3 Ιουνίου 1924) γεννήθηκε στην Πράγα και, ύστερα από σύντομες σπουδές στη φιλολογία και στην ιατρική, στράφηκε στα νομικά όπου πήρε και το διδακτορικό του. Ιδιαίτερα μοναχικός και εσωστρεφής, αφοσιώθηκε στο γράψιμο που ήταν το μεγάλο του πάθος καταφέρνοντας να γίνει ένας από τους σπουδαιότερους και πιο επιδραστικούς συγγραφείς του 20ου αιώνα. Αν και Τσέχος έγραψε όλο το έργο του, που περιστρέφονται μεταξύ φαντασίας και ρεαλισμού, στη γερμανική γλώσσα.
Όσο ήταν εν ζωή εκδόθηκαν εφτά από τα βιβλία του, ενώ τα υπόλοιπα τα διέσωσε και τα δημοσίευσε ο φίλος του Μαξ Μπροντ μετά το θάνατό του Κάφκα και παρά τη θέλησή του. Τα χρόνια που ακολούθησαν το θάνατό του, εδραιώθηκε η θέση του στην παγκόσμια λογοτεχνία, καθώς χαρακτηρίστηκε ως ο σπουδαιότερος μοντερνιστής γερμανόφωνος πεζογράφος, με το έργο του να έχει αναλυθεί εκτενώς. Μερικά από τα κυριότερα έργα του είναι: «Περιγραφή ενός αγώνα», «Η Μεταμόρφωση», «Η αποικία των τιμωρημένων», «Γράμμα στον πατέρα», «Η Δίκη», «Ο Πύργος», «Αμερική».
Ο Mαρσέλ Προυστ (10 Ιουλίου 1871 - 18 Νοεμβρίου 1922) κατέχει μέχρι σήμερα εξέχουσα θέση στην παγκόσμια λογοτεχνία, καθώς προκάλεσε έναν τεράστιο αριθμό από αναλυτικές εργασίες και συνθετικές μελέτες, έχοντας επηρεάσει πολλούς κατοπινούς λογοτέχνες όπως οι Τζέιμς Τζόις, Βιρτζίνια Γουλφ, Κλοντ Σιμόν κ.ά.. Γόνος πλούσιας, αστικής οικογένειας, μεγάλωσε στους κόλπους της υψηλής κοινωνίας της πρωτεύουσας, γεγονός που του επέτρεψε να δημοσιεύει άρθρα κοσμικού περιεχομένου σε διάφορα έντυπα. Έχοντας εργαστεί για ένα διάστημα σε βιβλιοθήκη, ανακάλυψε την κλίση του στη λογοτεχνία, στην οποία αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά.
Αν και το έργο του δεν είναι τόσο μεγάλο, συγκριτικά με άλλους ομοτέχνους του, θεωρείται ένας από τους εξέχοντες Γάλλους συγγραφείς του 20ου αιώνα, δοκιμιογράφους και κριτικούς με τη μεγαλύτερη επιρροή. Το έργο της ζωής του ήταν το «Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο», που για συγκαταλέγεται στα καλύτερα μυθιστορήματα όλων των εποχών. Το μεγαλύτερο μέρος του έργου αφορά τις τεράστιες αλλαγές, ιδιαίτερα την παρακμή της αριστοκρατίας και την άνοδο των μεσαίων τάξεων, που σημειώθηκαν στην Γαλλία κατά τη διάρκεια της Τρίτης Δημοκρατίας και το τέλος του αιώνα.
Ο Πάμπλο Νερούδα (2 Ιουλίου 1904 - 23 Σεπτεμβρίου 1973) υπήρξε ένας από τους πιο σημαντικούς και παραγωγικούς ποιητές της Λατινικής Αμερικής, με περισσότερα από 30 βιβλία στο ενεργητικό του. Γεννημένος ως Ρικάρδο Νεφταλί Ρέγιες Μπασοάλτο, έλαβε το φιλολογικό ψευδώνυμο «Πάμπλο Νερούδα» προς τιμήν του Τσέχου ποιητή Γιαν Νερούντα, το οποίο αργότερα νομιμοποίησε. Για σχεδόν μια δεκαετία υπήρξε διπλωμάτης σε διάφορα μέρη της Ασίας και στην Ισπανία, ενώ οι εμπειρίες του από τα ταξίδια του, τα απολυταρχικά καθεστώτα τα οποία έβλεπε, σε συνδυασμό με την δολοφονία του φίλου του ποιητή, Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα, τον ώθησαν να γίνει μέλος του κομουνιστικού κόμματος της Χιλής. Όπως συνήθιζε να λέει ο ποιητής οφείλει να συμμετέχει στα κοινά, γι’ αυτό και δεν διαχώριζε την ποίηση από την πολιτική.
Τα πιο ερωτικά ποιήματα περιλαμβάνονται στη συλλογή «Εκατό ερωτικά σονέτα» , ενώ αναμφισβήτητα το σπουδαιότερο έργο του είναι το μεγάλο του επικό έργο «Canto general, που αποτελείται από 231 ποιήματα και πάνω από 15.000 στίχους, οι οποίοι αφηγούνται την ιστορία της Λατινικής Αμερικής. Αν και του είχαν απονεμηθεί διάφορα βραβεία, μεταξύ των οποίων και το Νόμπελ Λογοτεχνίας, στη Χιλή, τα έργα του παρέμειναν απαγορευμένα μέχρι την πτώση της δικτατορίας του Αουγούστο Πινοσέτ.
Ο Βλαντίμιρ Μαγιακόφσκι (19 Ιουλίου 1893 - 14 Απριλίου 1930) πρωτοπαρουσιάστηκε ως ποιητής στην κοινή έκδοση των φουτουριστών, το 1912 με δυο ποιήματα, αφού είχε αποφυλακιστεί λόγω της αντιτσαρικής δράσης του και είχε φοιτήσει στη Σχολή Καλών Τεχνών της Μόσχας. Στο πλαίσιο της Οκτωβριανής Επανάστασης, υπηρέτησε πολυποίκιλα με την πέννα του τη νέα κοινωνία, αναπτύσσοντας σημαντική δραστηριότητα σε πολλούς τομείς. Δημοσιογραφούσε, έφτιαχνε αφίσες, ζωγράφιζε αφίσες και σκίτσα, τα οποία συνόδευε με στίχους και συνθήματα, έγραφε βιβλία για μικρά παιδιά, κινηματογραφικά σενάρια και έπαιζε ο ίδιος σε ταινίες. Ουσιαστικά, έγινε ο ποιητής που εξέφρασε περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο την ταραγμένη εποχή της σοσιαλιστικής επανάστασης, προπαγανδίζοντας με το έργο του τα οράματά της.
Το 1924 έγραψε μία ελεγεία από 3.000 στίχους για τον θάνατο του Λένιν, ενώ σε όλη του τη ζωή έγραψε λυρικά ποιήματα και ποιητικές συνθέσεις, έργα με κοινωνικούς, άμεσους πολιτικούς και ιδεολογικούς στόχους, στα οποία δέσποζε η σάτιρα, ο σαρκασμός και η κοινωνική κριτική. Με τον λυρισμό και τις τεχνικές καινοτομίες, βρήκε αξιόλογους συνεχιστές στην πατρίδα του (Οστρόφσκι, Έρενμπουργκ, Γεφτουσένκο), αλλά και στο εξωτερικό (Ελιάρ, Αραγκόν, Νερούντα, Ρίτσος, Πατρίκιος).
Ο Έρνεστ Χέμινγουεϊ (21 Ιουλίου 1899 – 2 Ιουλίου 1961), ένας σημαντικότερους Αμερικανούς συγγραφείς του 20ού αιώνα, γνωστός ακόμα και για το δημοσιογραφικό του έργο, μετά την αποφοίτησή του από το γυμνάσιο εργάστηκε ως ανταποκριτής σε εφημερίδα. Το 1918, κατατάχθηκε ως εθελοντής τραυματιοφορέας στα ασθενοφόρα και, από τις εμπειρίες του αυτές γεννήθηκε το μυθιστόρημα «Αποχαιρετισμός στα όπλα» που πολλοί θεωρούν ως αριστούργημά του, στο οποίο αναπλάθει με πειστικό τρόπο τον φόβο, τη συντροφικότητα και το θάρρος ενός νεαρού Αμερικανού εθελοντή και των ανδρών και γυναικών που γνωρίζει στην Ιταλία.
Το 1925 εκδόθηκε η πρώτη του συλλογή διηγημάτων με τίτλο «Στην εποχή μας», ενώ το 1940 κυκλοφόρησε το πιο φιλόδοξο μυθιστόρημά του το «Για ποιον χτυπά η καμπάνα», με θέμα τον Ισπανικό Eμφύλιο. Με την κλασική νουβέλα του «Ο γέρος και η θάλασσα» κέρδισε το βραβείο Πούλιτζερ και δυο χρόνια αργότερα, το 1954, η Σουηδική Ακαδημία του απένειμε το Νόμπελ Λογοτεχνίας.