
Κωνσταντίνος Τσικλητήρας: Ο «φτερωτός» Ολυμπιονίκης που πέθανε στα 24 του χρόνια
- Παναγιώτα Απέργη - 10 Φεβρουαρίου 2025
Ο Κωνσταντίνος Τσικλητήρας γεννήθηκε, στις 30 Οκτωβρίου του 1888, στην Πύλο και κατάγονταν από αριστοκρατική οικογένεια με μεγάλη οικονομική επιφάνεια, με τον γιατρό πατέρα του να θεωρείται εξέχον μέλος της τοπικής κοινωνίας, που διετέλεσε επί σειρά ετών δήμαρχος στην ευρύτερη περιοχή Πύλου και προξενικός πράκτορας της Γαλλίας στην πόλη. Παράλληλα, η μητέρα του προέρχονταν από οικογένεια πολιτικών, δικαστικών και νομικών, ενώ η οικογένεια έχει να επιδείξει και αρκετούς αθλητές.
Αρχικά, ο Τσικλητήρας σπούδασε λογιστική, ενώ μιλούσε αγγλικά και γαλλικά, αλλά, μέχρι τον θάνατό του, είχε αφιερωθεί στον αθλητισμό, έχοντας αναδειχθεί είκοσι φορές πρώτος πανελληνιονίκης σε πέντε διαφορετικά αγωνίσματα, αλλά και κάτοχος πανελλήνιων ρεκόρ σε τρία στυλ άλματος.

Η κλίση του στον αθλητισμό φάνηκε από την παιδική του ηλικία, πρωταγωνιστώντας σε όλους τους αυτοσχέδιους και μαθητικούς αγώνες, ενώ επιβεβαιώθηκε, το 1906, όταν γράφτηκε στον Πανελλήνιο Γυμναστικό Σύλλογο.
Από το ξεκίνημα της καριέρας του μέχρι την παγκόσμια καταξίωση, η οικογένεια του στάθηκε αρωγός, επιτρέποντάς του, σε ηλικίας μόλις 16,5 ετών να εγκατασταθεί μόνος του στην Αθήνα για να σπουδάσει και να αφοσιωθεί αποκλειστικά στον αθλητισμό, που ήταν το μεγαλύτερο πάθος του
Ξεκινώντας από το ποδόσφαιρο και την ομάδα του Πανελληνίου, συμμετείχε στο Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Ποδοσφαίρου του 1907, αγωνιζόμενος στη θέση του τερματοφύλακα, ενώ ένα χρόνο αργότερα βρέθηκε στην πρώτη ομάδα που σχημάτισε ο Ποδοσφαιρικός Όμιλος Αθηνών, που μετέπειτα έλαβε το όνομα Παναθηναϊκός.
Παρά τη θητεία του στο ποδόσφαιρο, που διήρκεσε ως το 1910, το αγαπημένο του αγώνισμα ήταν το μήκος άνευ φοράς, στο οποίο διέπρεψε χάρη στο σπάνιο φυσικό άλμα, την ταχύτητά του, αλλά και την φυσική του επιδεξιότητα.

Ως πρότυπο νικητή και εμψυχωτής του λειτουργούσε ο Ολυμπιονίκης ρίψεων και αδελφικός του φίλος και συναθλητής του στον Πανελλήνιο, Νίκος Γεωργαντάς, ο οποίος τον στήριξε συναισθηματικά κατά την παραμονή του στην Αθήνα.
Εκτός από τέσσερις φορές Ολυμπιονίκης, με δυο ασημένια μετάλλια στο Λονδίνο, ένα χρυσό κι ένα χάλκινο στη Στοκχόλμη, ο Τσικλητήρας υπήρξε σημαιοφόρος της ελληνικής ολυμπιακής ομάδας, το 1912, αλλά και εθελοντής κατά τη διάρκεια του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου.
Όπως λέγεται, αν και προωθήθηκε με τον βαθμό του έφεδρου λοχία στη Λάρισα, στη βόρεια ελληνική μεθόριο, ο πρίγκιπας Νικόλας παρενέβη και δεν επίτρεψε να γίνει κάτι τέτοιο, για να προστατέψει τον κορυφαίο Ολυμπιονίκη και πρότυπο της ελληνικής νεολαίας.
Δυστυχώς, ο θρυλικός αθλητής έφυγε από τη ζωή στις 10 Φεβρουαρίου 1913 σε ηλικία μόλις 24 ετών από μια μορφή ιδιότυπης μηνιγγίτιδας, μετά από πολύ σύντομη νοσηλεία. Πάνω στον τάφο του, στο Α΄ Νεκροταφείο Πατρών, τοποθετήθηκαν οι πέντε κύκλοι, το έμβλημα των Ολυμπιακών Αγώνων, ενώ ο ποιητής Γεώργιος Στρατήγης, αφιέρωσε στη μνήμη του την ωδή με τίτλο «Ο Ολυμπιονίκης»:
Έφηβε ωραίε κι αντάξιε στη Πραξιτέλεια σμίλη,
που την Ελλάδα εδόξασες παντού σ’ όλη τη γη,
μιας άλλης άλκιμης γενηάς εσύ ήσουν χαραυγή
και του Ναού της Νίκης μας η πιο μεγάλη στήλη.
Σαν έκλεινες καμμιά φορά στο μάθημα τα χείλη,
εγώ δεν απελπίστηκα σ’ εκείνη τη σιγή,
κ’ εμάντευα, πως κάπου αλλού το μέλλον σε οδηγεί,
ω ΄μαθητά, κι άλλη Θεά πως στη ψυχή σου ομίλει.
Και πέθανες με τη στολή την τίμια στο κορμί σου,
Που μόνο ο Χάρος νίκησεν, Ολύμπιε Νικητή,
Που όλος ο κόσμος θαύμαζε τη φτερωτή ορμή σου.
Στο χώμα, που δεν ένοιωθε το ανάλφρό σου βήμα,
Όσα παιδιά κι’ αν έκλαψε η Μάννα η λατρευτή,
Και δάκρυα και δαφνόκλαρα θα σου σκορπάει στο μνήμα!
Μετά τον θάνατό του, συγκεκριμένα, το 1981, ανεγέρθηκε ένας ορειχάλκινος ανδριάντας του σε επιβλητική θέση επάνω από το λιμάνι της Πύλου, ενώ από το 1963, ο σύλλογος του ο Πανελλήνιος ΓΣ καθιέρωσε την ετήσια διεξαγωγή αγώνων στίβου, «Τσικλητήρεια», που έλαβαν διεθνή εμβέλεια, λόγω της συμμετοχής διάσημων αθλητών από όλο τον κόσμο.