Πίτερ Νόρμαν: Ο αφανής υπερασπιστής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων

«Ξεγραμμένος» από την πατρίδα του, ο Αυστραλός σπρίντερ Πίτερ Νόρμαν , o πέμπτος πιο γρήγορος άνθρωπος στα 200 μ.,πέρασε στην αφάνεια του αθλητισμού εξ αιτίας τού ότι ανέβηκε στο βάθρο, ενώπιον των χιλιάδων θεατών, όχι απλά ως αθλητής, αλλά πάνω απ' όλα ως Άνθρωπος.

«Δεν μπορούσα να καταλάβω γιατί ένας μαύρος δεν μπορούσε να πιει το ίδιο νερό, να πάρει το ίδιο λεωφορείο και να πάει στο ίδιο σχολείο με έναν λευκό. Υπήρχε κοινωνική ανισότητα για την οποία δεν μπορούσα να κάνω τίποτα από εκεί που ήμουν, αλλά τη μισούσα. Λέγεται ότι το να συνδέσω το αργυρό μου μετάλλιο με εκείνον τον χαιρετισμό μείωσε το επίτευγμα μου. Το αντίθετο. Θα πρέπει να ομολογήσω ότι είμαι πολύ περήφανος που ήμουν εκεί», έλεγε ο Πίτερ Νόρμαν

peter_norman_2

Ο Πίτερ Νόρμαν γεννήθηκε στη Βικτόρια της Αυστραλίας το 1942 και μέχρι το τέλος της ζωής του ασχολήθηκε με τον αθλητισμό, όντας προπονητής σε ομάδα ποδοσφαίρου.

Σταθμός, αλλά και κύκνειο άσμα για την αθλητική του καριέρα υπήρξαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Μεξικού, το 1968, όταν σιωπηρά και συμβολικά συμπαραστάθηκε στον αγώνα των συναθλητών του για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

peter_norman_3

Κατά τη διάρκεια της απονομής των βραβείων, δυο έγχρωμοι αθλητές, ο Τόμι Σμιθ και ο Τζον Κάρλος, ενώ βρίσκονταν στο βάθρο, σήκωσαν ψηλά τη γροθιά τους, φορώντας μαύρα γάντια. Ο Νόρμαν, αν και δεν σήκωσε το χέρι του, στάθηκε αλληλέγγυος στη συμβολική, αυτή, πράξη ενάντια στον ρατσισμό.

Σύμφωνα με μαρτυρίες, ο Νόρμαν ήταν ενήμερος για τη διαμαρτυρία των συναθλητών του, ενώ ήταν κι αυτός που έδωσε τη τελική λύση, όταν ο Κάρλος αντελήφθη πως είχε ξεχάσει τα γάντια του, στο ολυμπιακό χωριό, προτείνοντας του να φορέσει το αριστερό γάντι του Σμιθ.

Η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή, προεδρεύοντος του Αμερικανού Έιβερι Μπράντατζ, αντέδρασε έντονα, απαιτώντας από τους Αμερικανούς να αποκλείσουν τον Σμιθ και τον Κάρλος, με την ολυμπιακή επιτροπή των Η.Π.Α. να αρνείται την πρότασή του. Τελικά, οι δυο αθλητές αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν το ολυμπιακό χωριό, ενώ οι Αυστραλοί θα τιμωρούσαν, σύντομα, ακόμη σκληρότερα, τον Νόρμαν.

peter_norman_4

Αυτό που ενόχλησε την καθωσπρέπει αυστραλιανή κοινωνία ήταν η επιλογή του να φορέσει την κονκάρδα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, κατακρίνοντας, εμμέσως πλην σαφώς, τη «Λευκή Αυστραλία», των διωγμών των Αβοριγίνων, των περιορισμών των μεταναστεύσεων των εγχρώμων, της αρπαγής παιδιών και της υιοθεσίας τους από λευκά ζευγάρια.

peter_norman_5

Μετά τον αποκλεισμό του από τους επόμενους θερινούς Αγώνες, ο Νόρμαν εγκατέλειψε τον κλασικό αθλητισμό και ασχολήθηκε με το αυστραλέζικο ποδόσφαιρο, αρχικά ως παίκτης κι αργότερα προπονητής στην ομάδα κάτω των 19 ετών, συνέχισε τις μάχες του σαν συνδικαλιστής, χωρίς, ωστόσο, να σταματήσει να τρέχει, με την οικογένειά του να ζει, σχεδόν, απαξιωμένη.

To 1985, και ενώ ήταν ακόμη σε ηλικία 43 ετών, έπαθε γάγγραινα μετά από τραυματισμό που υπέστη στον αχίλλειο τένοντα, γεγονός που τον έστρεψε στο αλκοόλ και τα ηρεμιστικά.

peter_norman_6

Ακόμη και στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2000, 28 χρόνια αργότερα, στο Σίδνεϊ , οι διοργανωτές θεώρησαν ότι η παρουσία του στην παρουσίαση της ολυμπιακής ομάδας του πινγκ-πονγκ ήταν υπέρ αρκετή, με τον Μάικλ Τζόνσον, αντίθετα, να τον χαρακτηρίζει «ήρωα των παιδικών του χρόνων».

Ο Πίτερ Νόρμαν πέθανε το 2006, στη Μελβούρνη, από συγκοπή καρδιάς. Στην κηδεία του, παρεβρέθησαν οι δυο συναθλητές του Τόμι Σμιθ και ο Τζον Κάρλος, οι οποίοι, μάλιστα, σήκωσαν με σεβασμό το φέρετρό του.

peter_norman_7

Μετά θάνατον, οι Αμερικάνοι έδωσαν το όνομά του στην ημέρα του κλασικού αθλητισμού στις Η.Π.Α., ενώ οι Αυστραλοί του έδωσαν το δικό τους «συγχωροχάρτι».