Πηγή Φωτογραφιών: Pexels και Google Images


Αποτελώντας ένα από τα δημοφιλέστερα αξιοθέατα της Ρώμης και χαρακτηριστικό σύμβολο όλης της Ευρώπης, η Καπέλα Σιξτίνα αποτελεί τόπο μαζικών επισκέψεων από όλο τον κόσμο, χάρη στη μεγαλόπρεπη αρχιτεκτονική και τη διακόσμησή του.

Η Καπέλα Σιξτίνα βρίσκεται στο Βατικανό και είναι, κατά γενική ομολογία, το πιο γνωστό παρεκκλήσι της επίσημης κατοικίας του Πάπα και, αρχικά, προοριζόταν ως ιδιωτικός ναός για τον εκάστοτε Πάπα, όπως επίσης και για ειδικές τελετές αφιερωμένες στο Άγιο Πνεύμα. Σήμερα, ο χώρος χρησιμοποιείται για την τέλεση θρησκευτικών και διοικητικών δραστηριοτήτων και, κυρίως, για τη σύσκεψη του Κονκλάβιου, με απόφαση του οποίου εκλέγεται ο εκάστοτε νέος Πάπας, ο οποίος στη συνέχεια διαμένει στο Αποστολικό Παλάτι.

Το όνομά της οφείλεται στον Πάπα Σίξτο Δ’, ο οποίος έχει μείνει γνωστός στην ιστορία για τη θεμελίωση του εν λόγω παρεκκλησίου, το οποίο χτίστηκε από τον Τζιοβανίνο ντε Ντόλτσι, για την ίδρυση των αρχείων του Βατικανού, τον νεποτισμό του και τη συμμετοχή του στη συνωμοσία των Πάτσι, ενώ η λέξη «καπέλλα» (cappella) σημαίνει παρεκκλήσι.

istoria_cappella_sixtina2

Ο ναός έχει ορθογώνιο σχήμα σαράντα μέτρων και ύψος είκοσι μέτρων, διαστάσεις που φέρονται να είναι ίδιες με αυτές του ναού του Σολομώντα, σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη.

Κατά τα χρόνια της αρχιερατείας του Σίξτου Δ΄, μία ομάδα Τοσκανών και Ούμβρων ζωγράφων της Αναγέννησης, μεταξύ των οποίων ο Σάντρο Μποτιτσέλι, ο Περουτζίνο, ο Κόζιμο Ροσέλι, ο Ντομένικο Γκιρλαντάγιο κ.ά., δημιούργησε μία σειρά από νωπογραφίες με σκηνές από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, που αναπαριστούν τη ζωή του Μωυσή και του Χριστού και οι οποίες ολοκληρώθηκαν το 1482, με τον Σίξτο Δ΄ να τελεί την πρώτη λειτουργία στο παρεκκλήσι κατά την 15η Αυγούστου 1483 και να το αφιερώνει στην Παρθένο Μαρία.

Η οροφή της Καπέλα Σιξτίνα ζωγραφίστηκε από τον Μικελάντζελο, κατά την χρονική περίοδο 1508 και 1512, κατόπιν αιτήματος του Ιουλίου Β', ανιψιού του Σίξτου Δ΄. Το αρχικό σχέδιο του Μικελάντζελο ήταν να ζωγραφίσει τους δώδεκα Αποστόλους ενθρονισμένους ανάμεσα στα τοξωτά φατνώματα με σκοπό να υπενθυμίζουν την ευθύνη των εκλεκτόρων του Κονκλαβίου στην εκλογή του νέου Πάπα. Τελικά, αποφάσισε να το διανθίσει, καταλήγοντας να ζωγραφίσει την πρωτο-ιστορία του ανθρωπίνου γένους, από τη Γένεση και την αρχή της Δημιουργίας ως τον Κατακλυσμό και την επανάληψη της ζωής.

Tα επεισόδια της Δημιουργίας, που αναπαριστώνται στην οροφή, διαχωρίζονται σε τρεις διακριτές κατηγορίες: στην προέλευση του Σύμπαντος, του Ανθρώπου και του Κακού.

istoria_cappella_sixtina4

Στην πρώτη κατηγορία περιλαμβάνονται ο διαχωρισμός του φωτός από το σκοτάδι, η δημιουργία του ήλιου και του φεγγαριού, ο διαχωρισμός του νερού από τη στεριά και η δημιουργία των ζώων, ενώ στη δεύτερη η δημιουργία του άνδρα και της γυναίκας, η αποπομπή τους από τον Παράδεισο και στην τρίτη κατηγορία η θυσία του Νώε, η μεγάλη πλημμύρα και η μέθη του Νώε. Σε κάθε γωνία των κεντρικών σωμάτων υπάρχουν τα διάσημα είκοσι ignudi, δηλαδή γυμνοί νέοι, οι οποίοι σχεδιάστηκαν με βάση κλασικά αγάλματα και αντιπροσώπευαν την αποθέωση του ανθρώπινου σώματος.

Παράλληλα, ζωγράφισε τους επτά προφήτες, τον Ιωνά, τον Δανιήλ, τον Ιερεμία, τον Ησαΐα, τον Ιεζεκιήλ, τον Ιωήλ και τον Ζαχαρία, καθένας από τους οποίους συμβόλιζε και μια αρετή, αλλά και τις πέντε Σίβυλλες, που ήταν προφήτισσες και οι οποίες για τον Μικελάντζελο εκπροσωπούσαν πέντε σημαντικούς πολιτισμούς της αρχαιότητας.

Συνεχίζοντας το θρησκευτικό ταξίδι, στις τέσσερις γωνιές του κτιρίου ο Μικελάντζελο απεικόνισε την ιστορία του Ισραήλ, ενώ στις οχτώ τριγωνικές περιοχές της οροφής, τους προγόνους του Χριστού, τον Σολομώντα, τον Ροβοάμ, τον Ασά, τον Οζία, τον Εζεκία και τον Ιωσία.

Τον Νοέμβριο του 1512, μετά από τέσσερα χρόνια κοπιώδους εργασίας του Ιταλού καλλιτέχνη, το κοινό είχε για πρώτη φορά την ευκαιρία να θαυμάσει από κοντά το έργο του, το οποίο περιελάμβανε τριακόσιες τοιχογραφίες, που ξεκινούσαν από την είσοδο της εκκλησίας και κατέληγαν στην Αγία Τράπεζα.

Ο βραβευμένος με Νόμπελ Λογοτεχνίας Γάλλος συγγραφέας και ιστορικός της τέχνης Ρομαίν Ρολάν είχε γράψει για την οροφή της Καπέλα Σιξτίνα: «Είναι επικίνδυνο να προσπαθήσεις να την περιγράψεις. Πολλοί έχουν αποτύχει σε αυτό το αδύνατο καθήκον. Οι αναλύσεις και τα σχόλια σκοτώνουν συχνά το έργο, κατακερματίζοντας το. Πρέπει να σταθείς μπροστά του και να βυθιστείς στην άβυσσο αυτής της ψυχής που παραληρεί. Είναι έργο τρόμου. Αυτοί που το εξετάζουν με ψυχραιμία δεν έχουν ελπίδα να το κατανοήσουν. Το ερωτεύεσαι ή το μισείς με την πρώτη ματιά. Σε πνίγει και σε καίει … Όλα καλούν τον Θεό, όλα τον φοβούνται, όλα τον επικαλούνται... εικόνες που ξεδιπλώνονται σε αυτή την οροφή και σε αυτούς τους τοίχους είναι το απαύγασμα μιας καθαρής, άγριας ομορφιάς. Πουθενά δεν υπάρχει κάτι όμοιό του, κτηνώδες αλλά και θείο συγχρόνως»....

istoria_cappella_sixtina3