Αλκατράζ: Ο εφιαλτικός «Βράχος» με τους διαβόητους κρατουμένους

Το όνομα και μόνο Αλκατράζ κάνει κάποιον να ανατριχιάσει, καθώς δεν επρόκειτο για μια απλή φυλακή, αλλά για έναν τρόπο κράτησης των πιο επικίνδυνων κρατούμενων και όσων αρνούνταν να συμμορφωθούν στους κανόνες των υπόλοιπων, κοινών σωφρονιστικών ιδρυμάτων. Όπως ήταν αναμενόμενο, ένα τέτοιο εφιαλτικό μέρος δεν μπορεί παρά να γεννήσει το δικό του μύθο…

Η βραχονησίδα, που φιλοξένησε τη διαβόητη φυλακή, ανακαλύφθηκε από τον Ισπανό εξερευνητή Χουάν Μανουέλ ντ' Αγιάλα, το 1775, όταν κατέπλευσε στην περιοχή για να τη χαρτογραφήσει. Μάλιστα, ο Αγιάλα έδωσε στη βραχονησίδα το όνομα «Isla de los Alcatraces», που προέρχεται από την ισπανική λέξη για το θαλασσοπούλι, γιατί επρόκειτο για ένα έρημο μέρος όπου ζούσαν τα γνωστά πτηνά.

Βραχώδης και χωρίς πηγές νερού, το Αλκατράζ έλαβε σύντομα το ψευδώνυμο «Βράχος», αλλά σύντομα η βραχονησίδα θεωρήθηκε σημαντικής στρατηγικής σημασίας για την προστασία του λιμανιού του Σαν Φρανσίσκο, γι’ αυτό ο αμερικανικός στρατός, το 1850, τη μετέτρεψε σε οχυρό που στη συνέχεια μετατράπηκε σε στρατιωτική φυλακή.

adelfia_2

Το 1909, ο στρατός αποφάσισε να γκρεμίσει το μικρό φρούριο, αφήνοντας μόνο τις αποθήκες, ώστε να διατηρηθούν τα θεμέλια και μέσα σε μόλις 3 χρόνια χτίστηκε από στρατιωτικούς κρατούμενους η εφιαλτική φυλακή, η οποία πέρασε το 1933 στη δικαιοδοσία του αμερικανικού Υπουργείου Δικαιοσύνης και ένα χρόνο αργότερα μετατράπηκε σε ομοσπονδιακή φυλακή υψίστης ασφαλείας.

Οι πρώτοι 137 κατάδικοι έφτασαν στις 11 Αυγούστου 1934 στο Αλκατράζ, που εκείνη την εποχή θεωρούνταν μία από τις πιο καλά φρουρούμενες φυλακές σε όλο τον κόσμο, με τους φύλακες που υπηρετούσαν εκεί να φημίζονται για την ευκολία να χρησιμοποιούν τα όπλα τους κατά κάθε επίδοξου δραπέτη.

Μάλιστα, ακόμα και αν κατάφερναν να αποδράσουν, οι κρατούμενοι, που δεν είχαν όνομα, αλλά αριθμό, θα αντιμετώπιζαν τα παγωμένα νερά του Ειρηνικού και τα ισχυρά ρεύματα της περιοχής, τα οποία αναπόφευκτα θα τους έπνιγαν, με τους λευκούς καρχαρίες να αποτελούν ακόμη ένα δύσβατο εμπόδιο για τους δραπέτες.

adelfia_2

Στα 29 χρόνια της λειτουργίας της φυλακής, έγιναν μόνο 14 αποτυχημένες απόπειρες απόδρασης από 36 κρατούμενους, με 5 άτομα να αγνοούνται μέχρι σήμερα, επιβεβαιώνοντας το γεγονός ότι καμία απόδραση δεν έχει πετύχει.

Γνωστότερη από όλες τις αποδράσεις ήταν αυτή του Φρανκ Μόρις και των αδελφών Τζον και Κλάρενς Άνγκλιν, στις Ιουνίου του 1962.

Οι κρατούμενοι, που βρίσκονταν σε διπλανά κελιά, έφτιαξαν διάφορα εργαλεία από λάμες, ξηλώνοντας τις σχάρες εξαερισμού των κελιών τους, ενώ δημιούργησαν ένα ευρύτερο φρεάτιο και έφτασαν σε ένα όροφο που ήταν άδειος. Εκεί έφτιαξαν μια σχεδία με πλαστικούς σωλήνες, τους οποίους επένδυσαν με αδιάβροχα που έκλεψαν από τη φυλακή.

adelfia_2

Αφού έραψαν τα αδιάβροχα πάνω στους σωλήνες, έφτιαξαν κοντά κουπιά, φτιάχνοντας ψεύτικα κεφάλια από σαπούνι, γύψο και χαρτί τουαλέτας, στα οποία κόλλησαν και μαλλιά για να μην κινήσουν αμέσως υποψίες και τα τοποθέτησαν στα κρεβάτια τους.

Ακόμη, χρησιμοποίησαν ένα ιδιόχειρο ακορντεόν που είχαν κατασκευάσει, για να φουσκώσουν τη σχεδία και κωπηλάτησαν προς την ελευθερία τους. Μέχρι σήμερα δεν έχει επιβεβαιωθεί η τύχη των τριών ανδρών, αν και ένα γράμμα που έφτασε στο FBI με την υπογραφή του Τζον Άνγκλιν φέρεται να επιβεβαιώνει ότι αυτός και οι συγκρατούμενοί του τα είχαν καταφέρει εκείνο το βράδυ. 

Αν και το FBI δεν μπόρεσε να διασταυρώσει ποτέ αν το γράμμα ήταν αυθεντικό, η οικογένεια Άνγκλιν υποστήριξε ότι έλαβε μια φωτογραφία του 1975 από έναν «παλιόφιλο», στην οποία εικονίζονται δυο γερασμένοι άντρες, που οι ειδικοί κατέληξαν ότι ήταν οι αδελφοί Άνγκλιν.

adelfia_2

Τα κελιά των φυλακών, που ήταν χωρισμένη σε τέσσερις τετράγωνες πτέρυγες κελιών (A, B, C, D), με διαδρόμους που είχαν τα ονόματα των πιο διάσημων δρόμων στις ΗΠΑ, είχαν μέγεθος 2,7 x 1,5 μέτρα και ύψος 2,1 μέτρα και ήταν αρκετά πρωτόγονα, με τα μόνα έπιπλα που βρίσκονταν στον χώρο να είναι ένα κρεβάτι, ένα τραπέζι, ένας νεροχύτης και μια τουαλέτα που ακουμπούσε στον πίσω τοίχο.

Όπως είναι γνωστό, η πτέρυγα D φιλοξένησε τους χειρότερους παραβάτες, οι οποίοι κρατούνταν σε κελιά απομόνωσης, γνωστά ως «Τρύπα».

Μεταξύ άλλων, στα κελιά του διαβόητου «Βράχου» παρέμειναν έγκλειστοι οι: Αλ Καπόνε, Ρόμπερτ Φράνκλιν Στράουντ, γνωστός ως «ορνιθολόγος του Αλκατράζ», Μπάμπι Τζόνσον, Ραφαέλ Μιράντα κ.ά..

Η φυλακή Αλκατράζ ή «Χελκατράζ», από τη λέξη hell που σημαίνει κόλαση στα αγγλικά όπως την αποκαλούσαν οι πρώην τρόφιμοι, έκλεισε οριστικά τις πύλες της λόγω υψηλού κόστους, συντήρησης και της φήμης που είχε αποκτήσει, στις 21 Μαρτίου 1963 και, τελικά, μετατράπηκε σε δημόσιο μουσείο και ένα από τα κύρια τουριστικά αξιοθέατα στο Σαν Φρανσίσκο, με 1.500.000 επισκέπτες ετησίως.