Πηγή Φωτογραφιών: Pexels και Google Images
Για μεγάλο χρονικό διάστημα, πριν την κατάληψη της Πολυτεχνικής Σχολής, είχε αρχίσει η συγκρότηση των πρώτων πυρήνων αντίστασης από διάφορες οργανώσεις, όπως λ.χ. αυτή της «αντι-ΕΦΕΕ» και του «Ρήγα Φεραίου», με αφορμή την παρουσία Ασφαλιτών μέσα στις σχολές και στις φοιτητικές συνελεύσεις, τις πανεπιστημιακές εκλογές - παρωδία του 1972, αλλά και την απόφαση της διορισμένης από τη χούντα διοίκησης της ΦΕΑΠΘ να καταδικάσει την κατάληψη της Νομικής, τον Φεβρουάριο του 1973.
Το πρωί της Παρασκευής της 17ης Νοεμβρίου άρχισαν οι μαζικές προσελεύσεις των δημοκρατικών φοιτητών στην Πολυτεχνική Σχολή, προκειμένου να εκλεγεί η Κεντρική Συντονιστική Επιτροπή της κατάληψης, όπως επίσης και οι επιτροπές περιφρούρησης, σίτισης και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, με τις αστυνομικές δυνάμεις να προσπαθούν να μπουν στη σχολή το απόγευμα της ίδιας μέρας, σπάζοντας τούβλα και πετώντας πέτρες.

Η εκκένωση του Πολυτεχνείου Θεσσαλονίκης διατάχτηκε αμέσως μετά από την απειλή πως τα τανκς, που είχαν ήδη παραταχτεί μπροστά από τη σχολή, θα άρχιζαν τον κανονιοβολισμό στις 4 το πρωί του Σαββάτου. Ύστερα από συνεννόηση ανάμεσα σε αστυνομία και φοιτητές πως δεν θα υπάρξουν συλλήψεις, άρχισε η εκκένωση, μια συμφωνία η οποία, βέβαια, αθετήθηκε και συνελήφθησαν συνολικά 250 άτομα, τα οποία και μεταφέρθηκαν στην ασφάλεια, ανακρίθηκαν, βασανίστηκαν και 35 από αυτούς φυλακίστηκαν.
Μεταξύ των ατόμων αυτών ήταν: η Κλεοπάτρα Παπαγεωργίου, η Ρία Καλφακάκου, ο Θωμάς Βασιλειάδης, ο Γιώργος Καστούρας και ο Κλέαρχος Τσαουσίδης, οι οποίοι μεταφέρθηκαν με συνοπτικές δραστηριότητες στα κολαστήρια της Ασφάλειας, στην οδό Βαλαωρίτου, όπου και υποβλήθηκαν σε βαρύτατα βασανιστήρια. Ο Κλέαρχος Τσαουσίδης, ένας από τους «35» μαρτυρεί:
«Ο σεβάσμιος θεολόγος πρύτανης, ο αδέκαστος εισαγγελέας, ο έντιμος αστυνομικός διευθυντής, όλα δηλαδή τα ανδρείκελα της δικτατορίας, βιάζονταν να [...]. Στη Βαλαωρίτου, στο κτίριο της Εθνικής Ασφάλειας, έγινε η προσαγωγή σε φάλαγγα κατ’ άτομο. Εκατέρωθεν τα όργανα του καθεστώτος, χτυπούσαν με τα κλομπ τα κεφάλια και τα πλευρά. Έγινε ξεσκαρτάρισμα στον πρώτο όροφο [...].

Κάτω, στο διάδρομο έξω από τα κελιά, ο ασφαλίτης Κωστόπουλος έδερνε τον Χρήστο Αγγελόπουλο ως τις 6 το πρωί. Δεμένο φυσικά. [...] Αρνιόντουσαν επί ένα μήνα ότι υπήρχαν συλληφθέντες φοιτητές και δημοσιογράφοι στη Θεσσαλονίκη, αλλά τα ρεπορτάζ που έφυγαν κρυφά έξω, από άλλους συναδέρφους, τους ανάγκασαν να μας δώσουν χάρη τα Χριστούγεννα.[...] Κάποιοι ασφαλίτες που όριζαν τις ζωές εκατοντάδων φοιτητών, έγιναν, επί Δημοκρατίας, αστυνομικοί διευθυντές. Οι δικαστές που τσαλαπάτησαν το Σύνταγμα και τους νόμους συνέχισαν να δικάζουν, οι στρατιωτικοί που στήριξαν με το αζημίωτο τη χούντα έγιναν στρατηγοί, οι χαφιέδες παρείχαν τις ίδιες υπηρεσίες στη Δημοκρατία. Το κράτος έχει συνέχεια, όπως μας λένε και σήμερα….»
Καταλυτικός για την ενίσχυση του ηθικού των φοιτητών και την ενημέρωση του κόσμου υπήρξε ο ραδιοσταθμός που είχε εγκατασταθεί στα υπόγεια της Αρχιτεκτονικής Θεσσαλονίκης και είχε αρχίσει να εκπέμπει από νωρίς το βράδυ της 16ης Νοέμβρη, από εξοπλισμό που έφεραν οι φοιτητές.

Ο σταθμός μετέδιδε αντιδικτατορικά συνθήματα, ειδήσεις από τα γεγονότα της Αθήνας, θέσεις της κατάληψης και των εκφωνητών, εκκλήσεις προς το κοινό, αλλά και μουσική, με το πρώτο μήνυμα που εκφωνήθηκε να τονίζει την πολυετή καταπίεση του ελληνικού λαού από τη χούντα και το κάλεσμα για γενικευμένη αντίσταση. Στο τελευταίο, ωστόσο, μήνυμα που ακούστηκε από τα μεγάφωνα, οι φοιτητές απηύθυναν έκκληση στους καταπιεσμένους πολίτες να πάρουν θέση, αλλά και στους στρατιώτες να καταλάβουν πως ο εχθρός είναι κοινός, γι' αυτό και δεν θα πρέπει να υπακούσουν σε εντολή για πυροβολισμό.

Οι βασικές «φωνές» του ραδιοφώνου ήταν η Κλεοπάτρα Παπαγεωργίου, φοιτήτρια της Πολυτεχνικής, που εκφώνησε και το τελευταίο μήνυμα, ο Ανδρέας Παπακωνσταντίνου, φοιτητής της Φυσικομαθηματικής, και οι δημοσιογράφοι Φώτης Σιούμπουρας και Κλέαρχος Τσαουσίδης. Τα κείμενα που μεταδίδονταν από το ραδιοσταθμό του Πολυτεχνείου διασώθηκαν από τον Γιώργο Καστούρα, ο οποίος τα έκρυψε ανάμεσα σε αρχιτεκτονικά σχέδια για να μην πέσουν στα χέρια των χουντικών αρχών.