Η φάτνη της Γέννησης και οι γλυπτές απεικονίσεις της

Οι Χριστιανοί, εδώ και αιώνες, σε ανάμνηση της φάτνης στην οποία γεννήθηκε ο Θεάνθρωπος, κατασκευάζουν κατά την περίοδο των Χριστουγέννων ομοιώματά της με τα κύρια πρόσωπα των ευαγγελικών περικοπών. Η τριασδιάστατη φάτνη έφθασε και καθιερώθηκε στην Ελλάδα μόλις τον 20ό αι..

Η γέννηση του Χριστού περιγράφεται στα Ευαγγέλια του Ματθαίου (1:18-25, 2:1-12) και του Λουκά (2:1-20), με τον Ματθαίο να επικεντρώνεται στο ταξίδι των Μάγων για να προσκυνήσουν το Θείο Βρέφος και τον Λουκά να μνημονεύει την επίσκεψη των βοσκών στη φάτνη, όπου γεννήθηκε ο Ιησούς.

Η πρώτη φάτνη ως αναπαράσταση της θεϊκής γέννησης, σύμφωνα με την παράδοση, στήθηκε το 1223 μ.Χ. από τον Άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης. Στη βιογραφία του Φραγκίσκου της Ασίζης, γραμμένη από τον φραγκισκανό μοναχό Μποναβεντούρε, ο Άγιος πήρε άδεια από τον Πάπα Ονώριο Γ' (1150-1227) να δημιουργήσει μια φάτνη με σανό και δύο ζωντανά ζώα - ένα βόδι και έναν γάιδαρο - σε μια σπηλιά στο ιταλικό χωριό Grecio. Η φάτνη του Φραγκίσκου της Ασίζης δημιουργήθηκε σε μια εποχή που η οπτική παρουσίαση βοηθούσε τους απλούς ανθρώπους να κατανοήσουν τον Χριστιανισμό.

Στα 1288, ο Πάπας Νικολό Δ΄ παράγγειλε στον γλύπτη και αρχιτέκτονα Αρνόλφο ντι Κάμπιο (1240-1310) να δημιουργήσει μια γλυπτική σύνθεση της Γέννησης. Ο ντι Κάμπιο ολοκλήρωσε το έργο, το οποίο θεωρείται το παλαιότερο του είδους γύρω στα 1291, εμπνεόμενος από τις «ζωντανές» αναπαραστάσεις της γέννησης με ανθρώπους και ζώα, τις οποίες «εγκαινίασε» ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης.

Η σύνθεση του ντι Κάμπιο αποτελούνταν από οκτώ μεγάλες μαρμάρινες φιγούρες, την Παναγία με το νεογέννητο Χριστό, τον Ιωσήφ, τους Τρεις Μάγους, καθώς και τα κεφάλια ενός βοδιού και ενός γαϊδάρου. Τα αγάλματα αυτά μεταφέρθηκαν στην κρύπτη, κάτω από το Ιερό Βήμα της εκκλησίας της Santa Maria Maggiore1, όταν ο Πάπας Σίξτος V (1585-1590) παράγγειλε την οικοδόμηση του παρεκκλησίου της Καπέλα Σιστίνα. Στην κρύπτη το 1830 τοποθετήθηκε μια λειψανοθήκη, διακοσμημένη με χρυσάφι και ασήμι, μέσα στην οποία τοποθετήθηκαν τα πέντε κομμάτια ξύλου2 που οι καθολικοί θεωρούν ότι αποτελούν γνήσιο τμήμα της φάτνης του Χριστού. Αυτό το ξύλο, ονομαζόμενο cunambulum, προστατεύεται από κρύσταλλο με ασημένια «δεσίματα» μέσα στη λειψανοθήκη, και τα δύο έργα του Τζιουζέπε Βαλαντιέρ.

 barx_2

Στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο της Αθήνας απεικονίζονται σε πλάκα, του 400μ.Χ. περίπου, δυο σκηνές από τον κύκλο της Γέννησης σε επάλληλα επίπεδα. Στο επάνω διασωζόμενο μικρό επίπεδο εικονίζεται μικρό τμήμα από τον Ιωσήφ και τα πόδια του γαϊδάρου, πιθανώς από τη σκηνή της φυγής στην Αίγυπτο, και στο κάτω μια συνοπτική απόδοση της Γέννησης. Το Θείο Βρέφος, στο κέντρο, σπαργανωμένο πάνω σε ψηλή κτιστή φάτνη πλαισιώνεται συμμετρικά από δύο ζώα, των οποίων τα κεφάλια είναι έξεργο, και από δυο ανόμοια δένδρα με πλούσια φυλλώματα και δυνατούς κορμούς. Η παράσταση έχει όλα τα χαρακτηριστικά αρχαίων προτύπων.

 barx_2

Στο ίδιο μουσείο εκτίθεται μια στενόμακρη μαρμάρινη πλάκα του 13ου αι. , πιθανόν από ναό, που κοσμείται με ανάγλυφη παράσταση της Γέννησης, φέρει στο επάνω αριστερό μέρος την επιγραφή Η ΧΡΙΣΤΟΥ ΓΕΝΝΗΣΙΣ και χαρακτηρίζεται από συνδυασμό βυζαντινών και δυτικοευρωπαϊκών στοιχείων.

 barx_2

Αναλογίες με το έργο αυτό εντοπίζονται σε άλλη παράσταση του ίδιου αιώνα με θέμα τη Γέννηση, στο ναό της Παρηγορήτισσας3 στην Άρτα.

Το 1562 μ.Χ. στην Πράγα, οι Ιησουίτες συνειδητοποιώντας τη δύναμη του συμβολισμού της φάτνης κατασκεύασαν φάτνες μέσα στις εκκλησίες και αυτές οι φάτνες θεωρούνται ως οι παλιότερες.

Σιγά -σιγά το έθιμο εξαπλώθηκε σε όλη την Καθολική Ευρώπη και τις αποικίες της και οι φάτνες άρχισαν να μπαίνουν στα σπίτια των πιστών, αρχικά μικρές απεικονίσεις σε γυαλί, πορσελάνη, κερί, ψίχα ψωμιού ή ξύλο. Κατά τη διάρκεια της Γαλλικής Επανάστασης η απαγόρευση της αναπαράστασης θρησκευτικών σκηνών σε δημόσιους χώρους επέτρεψε τη δημιουργία φατνών μέσα στα σπίτια και την ανάπτυξη του εμπορίου μικρών φιγούρων, όπως βοσκών με κατακόκκινα μάγουλα και ενδυμασίες του 18ου αι..

Η φάτνη, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, έχει τις ρίζες της στην Ιταλία του 15ου και του 16ου αι., αποτελούμενη από έγχρωμες φιγούρες, που πολλές φορές έφταναν ακόμα και το φυσικό ανθρώπινο μέγεθος. Η Νάπολη φημίζεται για τις φάτνες αυτές που έχουν διάφορα μεγέθη και μια μεγάλη ποικιλία σε φιγούρες. Τα πρόσωπά τους είναι από ζωγραφισμένο πηλό, έχουν γυάλινα μάτια, ο σκελετός είναι από στουπί ενισχυμένο με σύρμα, ενώ τα ρούχα είναι φτιαγμένα από πλούσια υφάσματα.

Η παράδοση της φάτνης από την νότια χριστιανική Ευρώπη – το χριστουγεννιάτικο δένδρο είναι προτεσταντική παράδοση- άρχισε σιγά-σιγά να εξαπλώνεται σε όλο τον κόσμο και να παίρνει διάφορες μορφές: ασιατική φάτνη με τον Χριστό να έχει σχιστά μάτια, αφρικανική φάτνη από ξύλο, φάτνη από ασήμι στη Ρουμανία, ξύλινες, πήλινες, ζαχαρένιες ή από ζυμάρι.

 barx_2

Μια από τις μεγαλύτερες χριστουγεννιάτικες φάτνες βρίσκεται στο μουσείο της πόλης Steyr στην Αυστρία, κατασκευάστηκε το 1930 και αποτελείται από 778 φιγούρες.

H παλιότερη και μεγαλύτερη φάτνη της Ελλάδας, η φάτνη του καθολικού ναού της Santa Maria della Vittoria (Σάντα Μαρία της Νίκης), βρίσκεται στη Ρόδο. Δημιουργήθηκε το 1930 σε σχέδιο του αρχιτέκτονα Αρμάντο Μπερναμπίτι4 (1900-1970). Η φάτνη τα τρία πρώτα χρόνια βρισκόταν μέσα στο ναό και το 1934 μεταφέρθηκε σε χώρο, που δημιουργήθηκε ειδικά γι’ αυτή, λίγα μέτρα πιο εκεί από την εκκλησία. Τα πρώτα αγάλματα της φάτνης αναπαριστούσαν και χωρικούς της Ρόδου με τοπικές φορεσιές, ενώ χαρακτηριστική ήταν η φορεσιά της Μπονιάτισσας (της γυναίκας από τον Έμπωνα), με την οποία ήταν ντυμένη η γυναίκα του νησιού.

Το 2017 η φάτνη ανακαινίστηκε ολοκληρωτικά με ανακατασκευή του σκελετού της από σκηνογράφος που ήρθε από το Λονδίνο και τις μέρες των γιορτών είναι ανοιχτή για το κοινό.




1 Μία από τις τέσσερις παπικές βασιλικές και η μεγαλύτερη στη Ρώμη, που είναι αφιερωμένη στην Παρθένο Μαρία. Η βασιλική ανήκει στην Αγ. Έδρα και είναι έδαφος εκτός τού Βατικανού,

2Οι επιστήμονες θεωρούν πιθανό τα κομμάτια αυτά να ήταν στην πραγματικότητα στηρίγματα της σπηλιάς από μαλακό ασβεστόλιθο, μέσα στην οποία γεννήθηκε ο Ιησούς.

3Βυζαντινή εκκλησία του 13ου αι., αφιερωμένη στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου.

4 Ιταλός αρχιτέκτονας που από το 1927 εγκαταστάθηκε στην ιταλοκρατούμενη Ρόδο και μαζί με τον Φλορεστάνο ντι Φάουστο(1890-1965) σχεδίασε πολλά δημόσια και ιδιωτικά κτήρια στη Ρόδο (Ενυδρείο, Ιαματικά Λουτρά Καλλιθέας, το σημερινό Δημαρχείο, το σημερινό Εθνικό Θέατρο Ρόδου), στη Λέρο και την Κω.