Μέρι Κασάτ: Η σουφραζέτα ζωγράφος που αποθέωσε τη γυναίκα του 19ου αιώνα

Διάσημη, πλέον, για τους ιμπρεσιονιστικούς της πίνακες και τις απεικονίσεις μητρικών μορφών, η Μέρι Κασάτ αποτελεί ένα από τα πολλά παραδείγματα γυναικών καλλιτεχνών που, παρά τις έμφυλες δυσκολίες της εποχής, κατάφερε να συνδέσει το όνομά της με την εικαστική τέχνη, αφήνοντας πίσω της ένα εξαιρετικό έργο.

Η Μέρι Κασάτ γεννήθηκε στο Πίτσμπουργκ της Πενσυλβάνια, στις 22 Μαΐου του 1844, και μεγάλωσε σε ένα εύπορο περιβάλλον, το οποίο ευνοούσε την καλλιέργεια του πνεύματος, με τα ταξίδια να αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της εκπαίδευσης. Αν και ξεκίνησε σε νεαρή ηλικία να σπουδάζει ζωγραφική στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Πενσυλβάνια, πολύ σύντομα εγκατέλειψε τη σχολή της, απογοητευμένη από τη διαφορετική μεταχείριση που είχαν οι φοιτήτριες, αφού δεν μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν ζωντανά μοντέλα για να ζωγραφίσουν.

Ωστόσο, ήταν αποφασισμένη να γίνει επαγγελματίας καλλιτέχνης, και, παρά τις αρχικές αντιδράσεις της οικογένειας της στο να μετατρέψει τις καλλιτεχνικές της αναζητήσεις σε επάγγελμα, η Κασάτ μετακόμισε στην Ευρώπη και, μετά από αρκετές περιηγήσεις εγκαταστάθηκε στο Παρίσι. Εκεί, λόγω του ότι οι γυναίκες δεν μπορούσαν παρακολουθήσουν την Ecole des Beaux-Arts, έκανε αίτηση να σπουδάσει ιδιωτικά με δασκάλους από τη διάσημη αυτή σχολή και πέρασε τον ελεύθερο χρόνο της αντιγράφοντας πίνακες στο Λούβρο.

 capa_3

Μάλιστα, το ταλέντο της φάνηκε αρκετά νωρίς, με τον πίνακά της «Mandolin Player» να γίνεται δεκτός στην επίσημη έκθεση τέχνης του Παρισιού, που χρηματοδοτείται από το γαλλικό κράτος, το 1868. Από τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν άνθισε ο ιμπρεσιονισμός, η Κασάτ συνδέθηκε με το κίνημα, συμμετέχοντας σε τέσσερις από τις οκτώ εκθέσεις τους μεταξύ 1879 και 1886, συνθέτοντας πίνακες με λάδια και παστέλ, αλλά και χαρακτικά.

Παράλληλα, ωφελήθηκε σημαντικά από την τεχνική και τις γνώσεις του Ντεγκά, ο οποίος τη μύησε και στη χαλκογραφία, τομέα στον οποίο θεωρούνταν ειδικός. Παρόλα αυτά, η Κασάτ δεν στηρίχθηκε στις γνώσεις της, τουναντίον, προσπαθούσε να τις μετουσιώνει σε κάτι δικό της, εκφράζοντας διαρκώς την απογοήτευσή της για το σύστημα, που απαιτούσε από τις γυναίκες καλλιτέχνιδες να φλερτάρουν με άνδρες του χώρου, για να έχουν την ευκαιρία να εξελιχθούν επαγγελματικά.

 capa_3

Το ίδιο αντισυμβατική ήταν και στην προσωπική της ζωή, αφού επέλεξε να μην παντρευτεί και να μην κάνει παιδιά ποτέ της, αφιερώνοντας το σώμα και την ψυχή της στην τέχνη της, ζωγραφίζοντας πίνακες προσιτούς και πρωτοποριακούς, τόσο στην τεχνική όσο και στη θεματολογία.

Κι αυτό γιατί παρουσίασε με μοναδικό τρόπο τη νέα γυναίκα του 19ου αιώνα, δημιουργώντας μια ριζοσπαστική τέχνη, καταφέρνοντας να κερδίσει την αποδοχή ως αναγνωρίσιμη επαγγελματίας από το ανδροκρατούμενο καλλιτεχνικό κατεστημένο.

 capa_3

Στους διάσημους πίνακές της χρησιμοποιούσε ως μοντέλα γυναίκες του προσωπικού της κύκλου, μεταξύ των οποίων τη μεγαλύτερη αδελφή της, τη Λίντια, τα ανίψια και τα παιδιά φίλων, απεικονίζοντας, κατά βάση, γυναίκες που φρόντιζαν, σε αστικά και μεγαλοαστικά σαλόνια ή κήπους παιδιά, άλλοτε διαβάζοντας και ράβοντας κι άλλοτε θηλάζοντας ένα βρέφος.

Γι’ αυτόν τον λόγο, οι γυναικείες μορφές της, που φαίνονται απορροφημένες στις δικές τους σκέψεις, δεν πίνουν αλκοόλ, δεν έχουν τον ίδιο σωματότυπο, το οποίο ποικίλει, για να είναι ρεαλιστικό. Μοναδική εξαίρεση το «μητρικό» πρότυπο των γυναικών είναι ο πίνακας μιας νεαρής γυναίκες, που εικονίζεται να βρίσκεται, κομψά ντυμένη, στο θεωρείο του θεάτρου.

Έχοντας πειραματιστεί τολμηρά στο έργο της, συνδυάζοντας το μοντέρνο με το παραδοσιακό και αποτυπώνοντας με μοναδικό τρόπο τη γυναίκα του 19ου αιώνα, αποστασιοποιήθηκε από την αμερικάνικη νοοτροπία και τέχνη, καταφέρνοντας να πείσει τους Αμερικανούς να επενδύσουν στην ευρωπαϊκή ζωγραφική αφήνοντας την τελευταία της πνοή στο Παρίσι, στις 14 Ιουνίου του 1926.