Πηγή Φωτογραφιών: Pexels και Google Images


Η Δίκη της Νυρεμβέργης χαρακτηρίστηκε από τον Βρετανό δικαστή Νόρμαν Μπίρκετ ως η «μεγαλύτερη δίκη στην Ιστορία της Ανθρωπότητας», καθώς ήταν η πρώτη δίκη εναντίον των ναζιστικών θηριωδιών, που έθεσε τα θεμέλια του Διεθνούς Ποινικού Δικαίου.

Η Δίκη της Νυρεμβέργης αποτέλεσε κομβικό σημείο για το διεθνές δικαιϊκό σύστημα και τους κανόνες εφαρμογής του, στη χάραξη τόσο της διεθνούς πολιτικής όσο και των διπλωματικών σχέσεων μεταξύ των κρατών.

Τα ειδεχθή και αποτρόπαια εγκλήματα που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου από τους Ναζί ανάγκασαν τις συμμαχικές δυνάμεις να αναλάβουν την υποχρέωση, με τη λεγόμενη δήλωση της Μόσχας, την οποία είχαν συνυπογράψει τον Οκτώβριου του 1943 οι Φράνκλιν Ρούσβελτ, Ιωσήφ Στάλιν και Ουίνστον Τσόρτσιλ, να παραπέμψουν σε δίκη τα άτομα που θα κρίνονταν υπεύθυνα για αυτά τα εγκλήματα.

polytexneio-2

Πράγματι, μετά τη λήξη του πολέμου τον Αύγουστο του 1945, υπογράφτηκε στο Λονδίνο η ιδρυτική πράξη του Διεθνούς Στρατοδικείου, που θα δίκαζε τους εγκληματίες. Η επιλογή της Νυρεμβέργης, μιας πόλης βόρεια του Μονάχου, για τη διεξαγωγή της δίκης δεν ήταν τυχαία, καθώς η πόλη όχι μόνο διέθετε το «Μέλαθρον της Δικαιοσύνης», αλλά και ανήκε στη ζώνη κατοχής των βρετανικών και των αμερικανικών δυνάμεων.

Κατά τη διάρκεια της δίκης, η οποία ξεκίνησε τον Νοέμβριο του 1945 και τέλειωσε την 1η Οκτωβρίου του 1946, υπήρχαν τέσσερις δικαστές, ένας από καθεμιά από τις νικήτριες χώρες (Η.Π.Α., Ε.Σ.Σ.Δ., Μ. Βρετανία, Γαλλία), με πρόεδρο τον Βρετανό Τζέφρι Λόρενς.

Ενώπιον του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου βρέθηκαν κατηγορούμενοι εικοσιτέσσερα άτομα, όλοι πολιτικοί και στρατιωτικοί της Ναζιστικής Γερμανίας και στενοί συνεργάτες του Αδόλφου Χίτλερ, έξι εγκληματικές οργανώσεις, η ηγεσία του Ναζιστικού Κόμματος, τα Κλιμάκια Προστασίας Schutzstaffel (SS), η Υπηρεσία Ασφαλείας Sicherheitsdienst (SD), η Μυστική Κρατική Αστυνομία Geheime Staatspolizei (Gestapo), τα Τάγματα Εφόδου Sturmabteilung (SA) και η Ανώτατη Διοίκηση των Γερμανικών Ενόπλων Δυνάμεων (OKW).

polytexneio-2

Οι βασικές κατηγορίες ήταν οι εξής:

  • Εγκλήματα κατά της ειρήνης, τα οποία περιελάμβαναν σχεδιασμό, προετοιμασία, έναρξη και διεξαγωγή επιθετικού πολέμου.
  • Εγκλήματα πολέμου, που περιελάμβαναν παραβιάσεις των νόμων ή κανόνων της διεξαγωγής πολέμου.
  • Εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, μεταξύ των οποίων: δολοφονίες, εξοντώσεις, διώξεις για πολιτικούς ή φυλετικούς λόγους και απάνθρωπες πράξεις κατά πολιτών.
  • Συνωμοσία
  • Προκειμένου να εξασφαλιστεί η διεξαγωγή μιας δίκαιης διαδικασίας για όλους, η μετάφραση γινόταν σε τέσσερις γλώσσες, αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά και ρωσικά.

    Όσα ακούστηκαν κατά τη διάρκεια της δίκης προκάλεσαν αποτροπιασμό για τις διαστάσεις των εγκλημάτων που είχαν διαπράξει οι Ναζί, με τα φιλμ και άλλο αποδεικτικό υλικό από στρατόπεδα συγκέντρωσης, μεταξύ των οποίων το Άουσβιτς και το Μπέργκεν Μπέλζεν, με το κλίμα στο δικαστήριο να γίνεται όλο και πιο βαρύ.

    polytexneio-2

    Στην ιστορική αγόρευση του ο επικεφαλής εισαγγελέας και εκπρόσωπος των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Τζάκσον, τόνισε: «το ότι οι 4 νικήτριες δυνάμεις, ταλαιπωρημένες από όσα άδικα έγιναν, δεν εκδικούνται, αλλά παραδίδουν τους συλληφθέντες εχθρούς τους στην κρίση της δικαιοσύνης, είναι μια από τις πιο σημαντικές παραχωρήσεις που έκανε ποτέ η εξουσία στη λογική».

    Από τους κατηγορούμενους, οι οποίοι αρνήθηκαν τις αποδιδόμενες κατηγορίες, δώδεκα καταδικάστηκαν σε θάνατο, τρεις σε ισόβια κάθειρξη, τέσσερις σε φυλάκιση από 10 έως 20 χρόνια και όσοι απαλλάχθηκαν από τις κατηγορίες υποχρεώθηκαν να παρακολουθήσουν το πρόγραμμα «αποναζικοποίησης» των Συμμάχων.

    Οι θανατικές ποινές εκτελέσθηκαν σε ειδικά στημένη αγχόνη στις 16 Οκτωβρίου 1946.

    Η μεγαλύτερη δίκη στην Ιστορία ολοκληρώθηκε την 1η Οκτωβρίου 1946, ενώ άλλοι εγκληματίες πολέμου δικάστηκαν από τα δικαστήρια των χωρών όπου είχαν διαπράξει τα εγκλήματά τους.

    Αρκετοί εγκληματίες Ναζί συνέχισαν κανονικά τη ζωή τους στη γερμανική κοινωνία, ιδιαίτερα στον επιχειρηματικό χώρο, με τα δικαστήρια της Δυτικής Γερμανίας να επιβάλουν επιεικέστερες ποινές, με την αιτιολόγηση ότι η υπακοή σε διαταγές ανωτέρων αποτελεί ελαφρυντικό στοιχείο.

    Βέβαια πολλοί εγκληματίες πολέμου δεν παραπέμφθηκαν ποτέ σε δίκη, ούτε τιμωρήθηκαν.