Πηγή Φωτογραφιών: Pexels και Google Images
Ο Νίκος Σταυρίδης γεννήθηκε στο Άνω Βαθύ της Σάμου, στο Βαθάκι που έλεγε και ο ίδιος, το 1910. Ήταν το δεύτερο παιδί μιας πολυμελούς φτωχής οικογένειας, γεγονός που τον ανάγκασε από πολύ νωρίς να πιάσει δουλειά στο μπακάλικο του πατέρα του, όπου και πέρασε τα παιδικά του χρόνια μέσα στις δυσκολίες της καθημερινής επιβίωσης. Από μικρός έδειξε τις καλλιτεχνικές του ικανότητες, αφού έκανε το θεατρικό του «ντεμπούτο», ήδη, από το Δημοτικό και το Γυμνάσιο, πρωταγωνιστώντας στις σχολικές παραστάσεις. Αργότερα ασχολήθηκε με τον κλασικό αθλητισμό και συγκεκριμένα με το άλμα επί κοντώ, ενώ, μεγαλώνοντας, έπιασε δουλειά σε κινηματογράφο ως βοηθός του μηχανικού προβολής, στήνοντας παραστάσεις θεάτρου σκιών σε όλη τη Σάμο.

Τα φωνητικά του προσόντα τα αναδείκνυε στην εκκλησία, όπου συνήθιζε να ψέλνει, ενώ το μικρόβιο της υποκριτικής τον οδήγησε, το 1928, στην Αθήνα για να ασχοληθεί με τον χώρο του θεάματος, κυνηγώντας το όνειρο για μια καλύτερη ζωή. Εκεί, αρχικά, δούλεψε σε μια αποθήκη υλικού πολέμου στον Πειραιά, όπου ταίριαζε τις αρβύλες κατά μέγεθος, ενώ συνήθιζε να πηγαίνει με τα πόδια στη δουλειά του από τη φτωχοσυνοικία της Αθήνας όπου διέμενε, καθώς το πενιχρό μεροκάματο έφτανε ίσα-ίσα για ένα πιάτο φαγητό.
Ένα βράδυ βρέθηκε τυχαία έξω από το θέατρο «Έντεν» και, όταν άκουσε τον θίασο να κάνει πρόβα, μπήκε μέσα με όλο του το κουράγιο για να ζητήσει ακρόαση από τον μαέστρο, να τον δοκιμάσει όχι στην υποκριτική αλλά στο τραγούδι. Όταν άνοιξε το στόμα του, ο Σταυρίδης «μάγεψε» τους παριστάμενους, και, από την επόμενη κιόλας μέρα, έγινε μέλος της μουσικής παράστασης «Λοβιτούρα». Μάλιστα, στον πρώτο του ρόλο έκανε τον λούστρο που γυάλιζε τα παπούτσια του Αυλωνίτη, ο οποίος υπήρξε και ένας από τους αγαπημένους του ηθοποιούς!

Η πορεία του στο θεατρικό σανίδι δεν στρώθηκε με ροδοπέταλα, και αυτό γιατί στην επιθεώρηση της εποχής δεν υπήρχε χώρος για νέα ταλέντα, ενώ οι απορρίψεις και τα αρνητικά σχόλια τον πίκραιναν και είχαν αρχίσει να τον απογοητεύουν βαθιά. Λέγεται, μάλιστα, πως η απογοήτευσή του ήταν τέτοια που, σε κάποιο σημείο της ζωής του, τον οδήγησε στο να πάρει ένα μπουκάλι ούζο και να ανέβει στην Ακρόπολη για να αυτοκτονήσει. Μεθυσμένος όπως ήταν όμως, ξέχασε για ποιο λόγο πήγε στον Ιερό Βράχο και, έτσι, η αυτοκτονία αναβλήθηκε επ’ αόριστον.
Η συνέχεια της καριέρας του ήταν με θιάσους που έκαναν περιοδείες στην επαρχία, και στις αρχές της δεκαετίας του 1930, η βεντέτα της εποχής, Άννα Καλουτά του ζήτησε να κάνουν ένα νούμερο μαζί, το οποίο και είχε μεγάλη επιτυχία, καθιερώνοντάς τον στην πρώτη γραμμή της Ελληνικής επιθεώρησης. Από το 1942 και μετά, σχημάτισε θιάσους επιθεώρησης σε συνεργασία με γνωστούς ηθοποιούς, όπως η Μαρίκα Νέζερ, ο Τάκης Μηλιάδης, ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος, η Καίτη Ντιριντάουα, η Ρένα Βλαχοπούλου, η Σοφία Βέμπο, ο Κώστας Χατζηχρήστος, παίζοντας σε περισσότερα από 100 έργα που απογείωσαν την επιθεώρηση.
Το κινηματογραφικό του ντεμπούτο έγινε με την κωμική ηθογραφία «Έλα στο Θείο» του Νίκου Τσιφόρου, στην οποία είναι εκπληκτικός στο ρόλο του χαραμοφάη ανιψιού που θέλει να κληρονομήσει τον μεγαλομπακάλη θείο, ενώ επόμενος σταθμός ήταν η επιτυχημένη ταινία «Η Ωραία των Αθηνών», με τη Γεωργία Βασιλειάδου, τον Μίμη Φωτόπουλο, τον Βασίλη Αυλωνίτη, τη Σμαρούλα Γιούλη και τη Σπεράντζα Βρανά. Ως το 1960, όταν ο ελληνικός κινηματογράφος ήταν στο απόγειό του, ο Νίκος Σταυρίδης ήταν πλέον ένας έμπειρος ηθοποιός με καριέρα τριάντα ετών και δυνατές συνεργασίες.

Μια δεκαετία μετά την πρώτη του κινηματογραφική εμφάνιση, το 1960, πρωταγωνίστησε στη μεγαλύτερη, ίσως, επιτυχία του, στα «Κίτρινα Γάντια» του Αλέκου Σακελλάριου, στο ρόλο του Ορέστη, ως αθεράπευτα ζηλιάρη συζύγου που, σταδιακά, άρχισε να ενσαρκώνει τον χαρακτήρα του παράξενου νευρικού ηλικιωμένου, παίζοντας, παράλληλα, στο θέατρο, όπου τον ακολουθούσε ο τίτλος του «σωτήρα», καθώς «έδινε» ζωή σε παραστάσεις που έπαιρναν την κατιούσα.
Ο Νίκος Σταυρίδης υπήρξε ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα καλλιτέχνη που μπήκε στο χώρο του θεάματος και κατάφερε να κατακτήσει τα όνειρα του, παραμένοντας απλός και προσιτός, ζώντας μια ήρεμη ζωή πάντα μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Συνεσταλμένος, δεν πήγαινε ποτέ στις λαμπερές πρεμιέρες των ταινιών του, προτιμώντας να τις απολαμβάνει στις σκοτεινές αίθουσες, μαζί με το κοινό που τόσο τον λάτρευε.
Για τον Ντίνο Ηλιόπουλο, τον Γιάννη Γκιωνάκη, τον Σωτήρη Μουστάκα και άλλους κωμικούς, ο Νίκος Σταυρίδης υπήρξε ένας σπουδαίος δάσκαλος, ο οποίος άφησε την τελευταία του πνοή, στις 14 Δεκεμβρίου 1987, μένοντας πάντα στη μνήμη του κόσμου ως ένας άνθρωπος που σκορπούσε απλόχερα το γέλιο!