Πηγή Φωτογραφιών: Pexels και Google Images


Η Τζένη Καρέζη υπήρξε μια από τις μεγαλύτερες Ελληνίδες σταρ, μια ηθοποιός ρεπερτορίου, ένα από τα διαπεραστικότερα βλέμματα της μεγάλης οθόνης, μια καρατερίστα με φινέτσα, η οποία κατάφερνε να σαγηνεύει το κοινό με κάθε της ατάκα.

Η Τζένη Καρέζη, κατά κόσμον Ευγενία Καρπούζη, γεννήθηκε στην Αθήνα, στις 12 Ιανουαρίου 1932. Έζησε τα παιδικά της χρόνια σε διάφορες πόλεις, ακολουθώντας τις μεταθέσεις των γονιών της, του Κωνσταντίνου Καρπούζη, μαθηματικού και συγγραφέα συγγράμματος ασκήσεων που διδάσκονταν στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο και της Θεώνης, μια δασκάλας. Ένα μεγάλο κομμάτι της σχολικής της ζωής το πέρασε στη Θεσσαλονίκη, όπου, σε πολύ μικρή ηλικία έγινε μάρτυρας του βομβαρδισμού της πόλης, αλλά και του εκτοπισμού μεγάλου μέρους του εβραϊκού πληθυσμού της στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, με τη μικρή τότε Τζένη να χάνει δυο αγαπημένους της συμμαθητές.

Στη Θεσσαλονίκη φοίτησε στην ελληνογαλλική σχολή «Καλαμαρί», και κατόπιν στην Αθήνα, στην ελληνογαλλική Σχολή «Άγιος Ιωσήφ». Στο «Καλαμαρί» ήταν, που από Ευγενία έγινε Τζένη, με «νονά» μια δασκάλα της, που ενθουσιάστηκε από την απαγγελία ενός ποιήματος στα γαλλικά. Από πολύ νωρίς φάνηκε η αγάπη της για το διάβασμα, αλλά και τις τέχνες, καθώς λάμβανε μέρος σε όλες τις γιορτινές παραστάσεις, έλεγε ποιήματα, έγραφε σκετσάκια και «σκηνοθετούσε».

 tzeni_karezi_2

Οι σπουδές στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου

Η αγάπη της για τις Τέχνες και ο απότομος, σκληρός και απόλυτος χαρακτήρας του πατέρα της δημιουργούσαν συχνές εντάσεις μεταξύ τους, με τη σχέση να κόβεται, όταν, αψηφώντας την αρνητική στάση του πατέρα της, του ανακοίνωσε ότι έγινε δεκτή στη Δραματική Σχολή του Εθνικού Θεάτρου το 1951, γεγονός που είχε σαν αποτέλεσμα να φύγει μαζί με τη μητέρα της από το σπίτι. Από τότε και μέχρι το 1971, που σκοτώθηκε ο πατέρας της σε τροχαίο δυστύχημα, πατέρας και κόρη συναντήθηκαν μόνο δυο φορές.

Δάσκαλοι της στο Εθνικό ήταν οι: Δημήτρης Ροντήρης, Γεώργιος Παππάς, Κωστής Μιχαηλίδης, Πέλος Κατσέλης, Άγγελος Τερζάκης, ο οποίος, μάλιστα, επινόησε το επίθετο «Καρέζη», με το οποίο τη γνώρισε ολόκληρη η Ελλάδα, ενώ συμμαθητές της ήταν μεταξύ άλλων η Ρίκα Διαλυνά, η Αλίκη Βουγιουκλάκη και ο Δημήτρης Παπαμιχαήλ. Η Καρέζη αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή, το 1954, με άριστα, για να πρωταγωνιστήσει επί τέσσερις δεκαετίες στο θέατρο και τον κινηματογράφο.

Η φιλία που τη συνέδεσε με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, αν και παρουσιάστηκε από εκατοντάδες δημοσιεύματα ως μεγάλη έχθρα, ήταν ακλόνητη. Οι δυο τους συχνά φορούσαν παρόμοια ρούχα και περπατούσαν μαζί στους δρόμους της Αθήνας, με την Καρέζη να μεγαλουργεί ιδιαίτερα στο θέατρο, ενώ η Βουγιουκλάκη στον κινηματογράφο. «Θεωρούσα πάντα την Τζένη καλύτερη από εμένα. Ήξερε να παίζει υπέροχα την κωμωδία. Καλύτερα από εμένα» δήλωσε έναν χρόνο μετά τον θάνατο της Καρέζη η Αλίκη Βουγιουκλάκη.

Αμέσως μετά την αποφοίτησή της, πρωταγωνίστησε στο θέατρο, στο έργο «Ωραία Ελένη», δίπλα στη Μελίνα Μερκούρη και τον Βασίλη Διαμαντόπουλο. Η λαμπρή πρεμιέρα του αστραφτερού μπουλβάρ ανέδειξε την υποκριτική δεινότητά της, η οποία επισφραγίστηκε με την παρουσία της στη σκηνή πλάι στην Κατίνα Παξινού, στο έργο του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα «Το Σπίτι της Μπερνάρντα Άλμπα», με σκηνοθέτη τον Αλέξη Μινωτή. Η συνεργασία της με το ζεύγος Μινωτή - Παξινού σηματοδότησε μια μεγάλη φιλία που αποδείχθηκε μακροπρόθεσμα ιδιαίτερα σημαντική.

 tzeni_karezi_3

Το κινηματογραφικό ντεμπούτο και οι δημοφιλείς ταινίες

Το 1955, πρωτοεμφανίστηκε στον κινηματογράφο, συμμετέχοντας στην ταινία «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο», πλάι στον Βασίλη Αυλωνίτη και τον Μίμη Φωτόπουλο, μια ταινία που σημείωσε μεγάλη επιτυχία και έδωσε το έναυσμα να γυριστεί και η συνέχειά της, το «Λατέρνα, φτώχεια και γαρίφαλο» , δυο χρόνια αργότερα. Παράλληλα, είχε ενταχθεί στον θίασο Ηλιόπουλου - Φωτόπουλου, όπου έπαιξε δίπλα στους δύο σπουδαίους κωμικούς, σε δύο φαρσοκωμωδίες, αναδεικνύοντας το κωμικό ταμπεραμέντο της, το οποίο την έκανε ιδιαίτερα αγαπητή στον κόσμο.

Τα επόμενα χρόνια πρωταγωνίστησε σε μερικές από τις δημοφιλέστερες ταινίες του ελληνικού κινηματογράφου, όπως: «Το νησί των γενναίων» στο οποίο μάλιστα ερμήνευσε το τραγούδι του Μάνου Χατζιδάκι «Μην τον ρωτάς τον ουρανό», «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος», «Τα Κόκκινα φανάρια», μία ταινία -σταθμός στην καριέρα της, που την οδήγησε, το 1964, στο κόκκινο χαλί των Καννών, «Λόλα», «Δεσποινίς διευθυντής», «Μια τρελή τρελή οικογένεια», «Τζένη – Τζένη», «Ένας ιππότης για τη Βασούλα», «Μια γυναίκα στην αντίσταση», «Αγάπη και Αίμα», «Κονσέρτο για Πολυβόλα» κ.ά..

«Το θέατρο για μένα, σημαίνει η ζωή μου»

Στο θέατρο είχε καταφέρει να πρωταγωνιστήσει σε μερικά από τα σπουδαιότερα θεατρικά έργα που γράφτηκαν ποτέ. Τα: «Κρατικές υποθέσεις» του Λουί Βερνέιγ, Έντα Γκάμπλερ του Χένρικ Ίψεν, « Μήδεια» του Ευριπίδη, «Το Μεγάλο μας Τσίρκο» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, « Ο Βυσσινόκηπος» του Άντον Τσέχωφ, « Η κυρία δε με μέλει» των Εμίλ Μορρώ και Βικτοριέν Σαρντού, «Διαμάντια και μπλουζ» της Λούλας Αναγνωστάκη ήταν μερικά μόνο από τα θεατρικά στα οποία μεγαλούργησε.

Μάλιστα, η παράσταση «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;» σε σκηνοθεσία Ζυλ Ντασέν, «έσπασε» τα ταμεία και η ερμηνεία της στον ρόλο της Μάρθα εξυμνήθηκε από τους κριτικούς.

«Η Τζένη Καρέζη ήταν ένα τέλειο ηχείο του ρόλου της. Αυτού του ανείπωτου ρόλου - ανέμου, που διαπερνούσε όλες τις κλίμακες μιας μουσικής τραγωδίας. Από τους αργούς ρυθμούς του αναφιλητού μέχρι την τρομαχτική αναταραχή ενός άγριου κρεσέντο. Η Μάρθα της βρισκόταν πάντοτε στο κέντρο του στροβίλου, πότε τελεσίδικα επιθετική, άλλοτε αποκρουστικά μαινόμενη και μόνιμα τραγικά εύθραυστη. Θα τη χαρακτηρίζαμε σαν μια ηθοποιό που ανταποκρίθηκε στο ρόλο της με υποδειγματική αφοσίωση», έγραψε το 1982 ο κριτικός Νάσος Νικολόπουλος.

 tzeni_karezi_5

«Το θέατρο για μένα, σημαίνει η ζωή μου ολόκληρη. Δεν μπορώ να φανταστώ τη ζωή μου, χωρίς το θέατρο, μακριά από το θέατρο. Αυτό όχι! Εκεί θα πέθαινα!», είχε πει η Τζένη Καρέζη, σε μία από τις λίγες τηλεοπτικές της συνεντεύξεις.

«Ναι, μπορώ να ξανακάνω φυλακή»

Η παράσταση που σημάδεψε την καριέρα, αλλά και την ίδια της τη ζωή ήταν αναμφισβήτητα «Το Μεγάλο μας Τσίρκο» του Ιάκωβου Καμπανέλλη, το οποίο ανέβηκε κατά τη διάρκεια της δικτατορίας. Η παράσταση αναδείχτηκε σε σύμβολο κατά της Χούντας, με έντονα πολιτικά μηνύματα, σημειώνοντας θριαμβευτική επιτυχία, κόβοντας περί τα 550.000 εισιτήρια, αριθμό ρεκόρ για την εποχή.

Κατά τη διάρκεια της παράστασης, ανάμεσά στο κοινό βρίσκονταν κρυμμένοι ακόμη και εκπρόσωποι του στρατιωτικού καθεστώτος, οι οποίοι σημείωναν και ενημέρωναν τους προϊσταμένους τους για τις αντιδράσεις των θεατών, γεμίζοντας ολόκληρες λίστες!

Οι παραστάσεις διακόπηκαν βίαια από τη Χούντα, όταν, τον Οκτώβριο του 1973, η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος συνελήφθησαν και κρατήθηκαν στο Ε.Α.Τ.-Ε.Σ.Α.. Μετά την αποφυλάκισή τους, στη νέα πρεμιέρα, μετά το τέλος της παράστασης, ο κόσμος γέμισε τη σκηνή με κόκκινα γαρύφαλλα, τα οποία είχε κρύψει στις τσέπες και στις τσάντες τους, ενώ η Καρέζη, συγκινημένη από τη θερμή υποδοχή - αποδοχή του κόσμου, δήλωσε «Ναι, μπορώ να ξανακάνω φυλακή. Αν χρειαστεί, μπορώ να ξαναπάω».

 tzeni_karezi_4

Η προσωπική ζωή και το τέλος

Στην προσωπική της ζωή, είχε παντρευτεί δυο φορές, πρώτα με τον δημοσιογράφο Ζάχο Χατζηφωτίου, με τον γάμο τους να μην κρατά πολύ και, στη συνέχεια με τον Κώστα Καζάκο, με τον οποίο έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής της, έχοντας αποκτήσει έναν γιο, τον Κωνσταντίνο.

Η θρυλική Ελληνίδα ηθοποιός «έσβησε», στις 26 Ιουλίου 1992 μετά από τριετή μάχη με τον καρκίνο και η σορός της τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα στο παρεκκλήσι της Μητρόπολης Αθηνών. Σύμφωνα με επιθυμία της ίδιας της Τζένης Καρέζη, και με πρωτοβουλία της οικογένειάς της, ιδρύθηκε στη μνήμη της το ίδρυμα που φέρνει το όνομά της, με σκοπό την παρηγορητική αγωγή των ασθενών που πάσχουν από καρκίνο και άλλα νοσήματα, για την ανακούφισή τους από τον πόνο.