Πηγή Φωτογραφιών: Pexels και Google Images
Πεθαίν ο Κρέος, πέθανε, ψυχομαχάει ο Τύρος,
σηκώνει ο Πράσος την ουρά κι ο Κρέμμυδος τα γένεια.
Μπαλώστε τα σακούλια σας, τροχίστε τα λεπίδια
και στον τρανό τον πλάτανο, να μάσουμε στεκούλια».
Η Καθαρή Δευτέρα ή Κούλουμα, η πρώτη μέρα της Μεγάλης Σαρακοστής, σηματοδοτεί για τους χριστιανούς την επιδίωξη της σωματικής και πνευματικής καθαρότητας, στο επερχόμενο μυστήριο του σταυρικού θανάτου και της Ανάστασης. Στα βυζαντινά χρόνια την ονόμαζαν «Απόδοση - Απόθεση» και ήταν μια μέρα για την οποία υπήρχαν πολλές δοξασίες και δρώμενα, όπως καταγράφει και ο Κωνσταντίνος Μ. Νιγδέλης.
Τη θεωρούσαν μέρα πένθιμη γιατί, σύμφωνα με την παράδοση, «μια τέτοια μέρα εκδιώχτηκαν από τον Παράδεισο ο Αδάμ και η Εύα» και οι κάτοικοι πολλών περιοχών του Πόντου και της Μ.Ασίας συνήθιζαν να τρώνε άζυμο ψωμί, λαχανικά, χοσάφε (βρασμένες σταφίδες, κάνε, που ήταν αποξηραμένα αχλάδια, και ζαρνταβούδε, τα ξερά βερίκοκα) και, κυρίως,χαλβά.
Ο Νικόλαος Πολίτης, αποδίδει την προέλευση της λέξης στη λατινική cumulus, που σημαίνει σωρός, αφθονία, αλλά και τέλος, δηλαδή εκφράζει το τέλος της Αποκριάς. Μια άλλη εκδοχή την αποδίδει στη λατινική columna που σημαίνει κολώνα, επειδή το πρώτο γλέντι της Καθαρής Δευτέρας στην Αθήνα, έγινε στους Στύλους του Ολυμπίου Διός.

Απ’ άκρη σ’ άκρη στην Ελλάδα τα Κούλουμα γιορτάζονται με βάση τα ήθη και τα έθιμα της κάθε περιοχής, με τα νηστήσιμα τρόφιμα, χαλβά, πίκλες, ελιές, θαλασσινά, φασολάδα να συνοδεύονται από τη λαγάνα, το ψωμί που φτιάχνεται χωρίς προζύμι. Η λαγάνα (αρχ.ελλ.λέξη «λάγανον») είναι μια διατροφική παράδοση που έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα αναφέρεται στο έργο Εκκλησιάζουσαι του Αριστοφάνη και στο αρχαίο εγχειρίδιο γαστρονομίας Δειπνοσοφισταί χαρακτηρίζεται ως «ἐλαφρὸν τ᾽ ἐστὶ καὶ ἄτροφον». Τα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την Καθαρή Δευτέρα μέρα, εκτός από το φαγητό, είναι το πέταγμα του χαρταετού και τα δρώμενα, όπου κυριαρχούν η αθυροστομία και η καυστική σάτιρα.
H Ελλάδα μέσα από τα έθιμά της
Στο Γαλαξίδι, ο αλευροπόλεμος είναι ένα έθιμο που υπάρχει από την αρχή του 19ου αιώνα, και έλκει την προέλευσή του ή από τη Σικελία, όπου το γνώρισαν οι Γαλαξιδιώτες ναυτικοί ή από τους βυζαντινούς γελωτοποιούς του Ιπποδρόμου. Τότε την Αποκριά, οι κάτοικοι, παρά την τουρκική κατοχή, χόρευαν σε κύκλους ανδρών και γυναικών, φορώντας μάσκες ή έχοντας βαμμένα, αρχικά, τα πρόσωπά τους με κάρβουνο και, αργότερα, με αλεύρι, ώχρα, λουλάκι και βερνίκι παπουτσιών. Σήμερα οι καρναβαλιστές, με σφυρίχτρες και κουδούνια διασχίζουν τους κεντρικούς δρόμους της πόλης, και φτάνουν «πολεμώντας» μέχρι το λιμάνι μέσα από ένα σύννεφο χρωματιστού αλευριού.
Στο Φουρφουρά Αμαρίου αναβιώνουν τον κρητικό γάμο με την συμμετοχή δεκάδων «ηθοποιών» και εκατοντάδων «γαμηλιωτών», τηρώντας τα παραδοσιακά έθιμα της Κρήτης, ενώ σε πολλά χωριά του νησιού αναβιώνει το έθιμο του Καντή, το μουντζούρωμα που εξορκίζει το κακό και το ανεπιθύμητο.
Τα μουτζουρώματα και τα αλευρώματα είναι εκδηλώσεις της καθαρής Δευτέρας που συνηθίζουν και στον Αρχάγγελο Ρόδου.
Το θέμα του γάμου το βλέπουμε να αναβιώνει ποικιλότροπα σε διάφορες περιοχές.

Ο βλάχικος γάμος στη Θήβα αρχίζει τη ζωή του γύρω στα 1830 με τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους, όταν οι Βλάχοι κατέβηκαν από τις βόρειες ορεινές περιοχές στα πιο γόνιμα πεδινά εδάφη. Το θέαμα που προσφέρεται είναι εντυπωσιακό με τη γαμήλια πολύχρωμη πομπή να συνοδεύεται από νταούλια και πίπιζες.
Στη Μεθώνη της Μεσσηνίας γίνεται ο Γάμος του Κουτρούλη, έθιμο ριζωμένο στον 14ο αιώνα. Σήμερα, οι νεόνυμφοι είναι δυο άντρες, που παντρεύονται με παπά και με κουμπάρο στην πλατεία του χωριού, όπου παρουσία των συγγενών τους επικυρώνεται το προικοσύμφωνο και ξεκινά το γαμήλιο γλέντι.
Καραγκούνικος γάμος γίνεται στα Μεγάλα Καλύβια των Τρικάλων ενώ στη Λαμία αναβιώνει ο νεομαγνησιώτικος γάμος στην ομώνυμη συνοικία. Τα δρώμενα βασίζονται στον ερχομό των Μικρασιατών προσφύγων στην περιοχή και την αρνητική, αρχικά, υποδοχή τους από τους ντόπιους, με τους μεταξύ τους, στη συνέχεια, γάμους να εξομαλύνουν τις όποιες διαφορές και να τους οδηγούν σε κοινή πορεία.
Στο χωριό Εμμανουήλ Παππάς των Σερρών αναβιώνει το κουσάσι, έθιμο σύμφωνα με το οποίο οι γονείς γνωστοποιούν το μελλοντικό ταίρι των παιδιών τους. Οι κάτοικοι συγκεντρώνονται στην πλατεία του χωριού, γύρω από μια μεγάλη φωτιά, και εκεί γίνεται το «ξεμάτιαγμα» με την απαγγελία του παραδοσιακού «Κούσασι, κούσασι, γέρο παπά γέρο. Να πάμ’ στη θάλασσα, να γυρίσουμ’ απ’ τη θάλασσα και ο … να πάρει την …», με το οποίο ανακοινώνονται οι προθέσεις των γονιών και οι δεσμεύσεις. Η συνέχεια περιλαμβάνει γλέντι με παραδοσιακούς χορούς.

Σε διάφορα χωριά της Νάξου οι κάτοικοι ντύνονται Κορδελάτοι ή Λεβέντες. Είναι φουστανελοφόροι με κορδέλες στο φέσι και τους ώμους, που τους ακολουθούν οι Σπαραρατόροι, οι ληστές, που αρπάζουν τις κοπέλες για να τις βάλουν με το ζόρι στο χορό και το γλέντι που κρατά ως το πρωί.
Στην Κάρπαθο, την Καθαρή Δευτέρα, δικάζονται τα στραβά και τα ανάποδα, οι ανήθικες πράξεις. Στο Δικαστήριο, που αποτελείται από τους σεβάσμιους του νησιού, οδηγούνται για να δικαστούν όσοι κάνουν άσχημες χειρονομίες και συλλαμβάνονται από τους Τζαφιέδες (χωροφύλακες), με τις απολογίες και τις κατηγορίες να αυτοσχεδιάζονται με σάτιρα και χιούμορ.
Στη Χίο, στα Μεστά και στους Ολύμπους αναβιώνει το έθιμο του Αγά, που έχει τις ρίζες του στην τουρκοκρατία. Σε ένα ιδιότυπο δικαστήριο ο «Αγάς», ένας αυστηρός δικαστής, δικάζει Ρωμιούς και Τούρκους για παραπτώματα, χρηματικά, ιδιοκτησιακά, ακόμα και ερωτικά, καταδικάζοντας όλους σχεδόν τους κατηγορούμενους, που υποχρεώνονται να καταβάλλουν ένα χρηματικό ποσό για να εξαγοράσουν την ποινή τους. Κύριο χαρακτηριστικό της δίκης είναι το χιούμορ και τα πειράγματα, από τα οποία βέβαια κανείς δεν παρεξηγείται.

Στα χωριά της Ηπείρου, οι νοικοκυρές καθαρίζουν όλα τα χάλκινα σκεύη από τα λίπη της Αποκριάς με ζεστό σταχτόνερο μέχρι ν’ αστράψουν και βάφουν άσπρα τα πεζοδρόμια. Το έθιμο του καθαρισμού των σκευών, το «ξάρτυσμα», τηρούσαν και οι Υδραίοι που έμεναν στον Πόρο, ονομάζοντας τη μέρα «Σκυλοδευτέρα», γιατί πετούσαν τα υπολείμματα των τροφών στα σκυλιά.
Στο νησί της Σκύρου όλοι σχεδόν οι κάτοικοι, με παραδοσιακές φορεσιές ντυμένοι, υποδέχονται τη Σαρακοστή με παραδοσιακούς χορούς και τραγούδια.
Και τα έθιμα πλημμυρίζουν τον ελληνικό τόπο την Καθαρή Δευτέρα: οι Μπαμπόγεροι στις Σέρρες, ο Μπέης στο Διδυμότειχο και την Αλεξανδρούπολη, η εκτέλεση της γριάς Συκούς στη Μεσσήνη της Μεσσηνίας, το κλέψιμο της νύφης στα χωριά του Ρεθύμνου, το έθιμο του Αχυρένιου-Γληγοράκη στη Βόνιτσα, το έθιμο της Καμήλας στην Κρήτη και στη Θράκη, οι Μουντζούρηδες στην Ξάνθη, ο χορός των παπάδων στην Κέρκυρα κ.ά..
«Εμίσεψεν η Αποκριά με λύρες και παιγνίδια. Και μπήκε η Σαρακοστή μ’ ελιές και με κρομμύδια».