
Αντώνης Σαμαράκης: Ο «αιώνιος έφηβος» που έγινε η φωνή όσων δεν έχουν φωνή
- Παναγιώτα Απέργη - 29 Σεπτεμβρίου 2025
Γεννημένος στις 16 Αυγούστου 1919 στην Αθήνα, σε μια λαϊκή γειτονιά της πλατείας Βάθης, στο Μεταξουργείο, ο Αντώνης Σαμαράκης είδε από νωρίς τον κόσμο της βιοπάλης, σε μια εποχή κοσμοϊστορικών αλλαγών, που επηρέασαν μετέπειτα και, μάλιστα, καθοριστικά το έργο του. Ενώ φοιτούσε στη Βαρβάκειο σχολή, εντάχθηκε στην αριστερή και τότε παράνομη οργάνωση «Κοινωνική Αλληλεγγύη», όπου γνώρισε και συνδέθηκε φιλικά με τον συγγραφέα και δημοσιογράφο Νίκο Καρβούνη, ενώ, αργότερα, σπούδασε Νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Για σχεδόν μία δεκαετία, εργάστηκε στο Υπουργείο Εργασίας, μέχρι το 1936, όταν οδηγήθηκε σε αναγκαστική παραίτηση, με την επιβολή της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά, ενώ κατά τη διάρκεια της ναζιστικής Κατοχής, εντάχθηκε στην Εθνική Αλληλεγγύη του ΕΑΜ, συνελήφθη από την Ειδική Ασφάλεια και φυλακίστηκε. Το 1944 συνελήφθη και καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά δραπέτευσε και παρέμεινε κρυμμένος μέχρι την απελευθέρωση.
«Μ’ έπιασαν κουίσλινγκς, προδότες συνεργάτες των Γερμανών, όργανα της λεγόμενης Ειδικής Ασφάλειας. Ντυμένοι με στολές χωροφυλάκων ήταν, άλλοι μόνιμα στελέχη της Χωροφυλακής και άλλοι προδότες που είχαν καταταγεί εκεί. […] Όταν με τα πολλά έφυγα ζωντανός από την Ειδική Ασφάλεια, ζωντανός μεν αλλά κατατσακισμένος από το άγριο ξύλο, όταν επιτέλους έφυγα σέρνοντας τα πόδια μου, φτάνοντας στη γωνία είδα το όνομα του δρόμου: ΟΔΟΣ ΕΛΠΙΔΟΣ. Ρίγος με συγκλόνισε. Ώστε ο δρόμος αυτός με το κολαστήριο,όπου δεν υπήρχε ελπίδα για όσους περνούσαν το κατώφλι της Ειδικής Ασφάλειας, λεγόταν ΟΔΟΣ ΕΛΠΙΔΟΣ...», ανέφερε ο ίδιος. Δυστυχώς, ο Σαμαράκης βρέθηκε για δεύτερη φορά αντιμέτωπος με τον φασισμό, όταν η απριλιανή Χούντα του αφαίρεσε το διαβατήριο.

Παρόλα αυτά, όπως αναφέρει άλλωστε και στο «Αρνούμαι», σε όλη του τη ζωή αρνήθηκε να συμβιβαστεί, παραμένοντας μέχρι τέλους ενεργός πολίτης και υπέρμαχος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ορκισμένος εχθρός της καταπίεσης και της αδικίας.
Στα ελληνικά Γράμματα, εμφανίστηκε το 1933, με το ποίημα «Θάνατος» που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Ξεκίνημα», ενώ τα επόμενα χρόνια ακολούθησαν συνεργασίες με τα περιοδικά «Νέα Εστία», «Νεοελληνικά Γράμματα», «Παιδικός κόσμος» «Διάπλασις των Παίδων» και «Ακτίνες». Μετά από πολυετή ενασχόληση με την ποίηση, στράφηκε στην πεζογραφία, καταφέρνοντας να γίνει ένας από τους επιφανέστερους εκπροσώπους της μεταπολεμικής γενιάς συγγραφέων, με πρώτο του «παιδί» το «Ζητείται Ελπίς», το οποίο εκδόθηκε το 1954 και αποτελείται από δώδεκα ολιγοσέλιδα διηγήματα, τα οποία παρουσιάζουν τον άνθρωπο που δεν υποτάσσεται και αναζητά για να βρει την πολυπόθητη ελπίδα.

Αμέσως μετά, ακολούθησαν το μυθιστόρημα «Σήμα κινδύνου», το «Αρνούμαι», «Το διαβατήριο», «Η κόντρα», αλλά και «Το λάθος» και το «Εν ονόματι», στα οποία κυριαρχεί η απλή αφήγηση, ο καθημερινός λόγος, το ανεπιτήδευτο ύφος και η κινηματογραφική τεχνική της παρουσίασης των ιστοριών σαν εικόνες. Αυτή η απλότητά του, που καθιστούσε το έργο του βαθιά ανθρώπινο, σχετίζεται με την επιλογή του παρουσιάζει θέματα που αφορούσαν τον απλό κόσμο, «ντύνοντάς» τα με το στοιχείο της κοινωνικής καταγγελίας και αντανακλώντας αναπόφευκτα τις προσωπικές του ανησυχίες για το παρόν και το μέλλον.
Για το σύνολο του έργο του, το οποίο επαίνεσαν μεγάλα ονόματα της λογοτεχνίας, όπως η Αγκάθα Κρίστι, ο Γκράχαμ Γκριν και ο Άρθουρ Μίλερ, έλαβε πολλά τιμητικά βραβεία και διθυραμβικές κριτικές, ενώ είχε τη χαρά όσο βρισκόταν εν ζωή να το δει να μεταφράζεται σε περισσότερες από τριάντα γλώσσες. Υπήρξε επίτιμος διδάκτωρ στη Φιλοσοφική Σχολή των Πανεπιστημίων Αθηνών, Πατρών και Ιωαννίνων, αλλά και εμπνευστής της Βουλής των Εφήβων. Κατόπιν επιλογής από την Ουνέσκο, ταξίδεψε στην Αιθιοπία και δραστηριοποιήθηκε με άρθρα του για τη διεθνή κινητοποίηση υπέρ της επίλυσης των προβλημάτων, που αντιμετωπίζουν οι πολίτες του Τρίτου Κόσμου, λαμβάνοντας για την προσφορά του τον τίτλο του Πρεσβευτή Καλής Θέλησης της UNICEF.
Ο «αιώνιο έφηβος», που αφύπνισε συνειδήσεις με τον απλό μα επαναστατικό του λόγο και τους θαρραλέους προβληματισμούς του ποιητικό του λόγο, άφησε την τελευταία του πνοή στις 8 Αυγούστου του 2003, επιλέγοντας να δωριστεί το σώμα του στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών για έρευνα και μελέτη και παραμένοντας μέχρι τέλος πιστός στα πανανθρώπινα ιδανικά της ελευθερίας, της ειρήνης και της κοινωνικής δικαιοσύνης.