Πηγή Φωτογραφιών: Pexels και Google Images


Δημιουργικός, ταλαντούχος και πολυδιάστατος, ο Μάνος Λοΐζος υπήρξε ένας από τους σπουδαιότερους σύγχρονους Έλληνες συνθέτες, ο οποίος παρά το σύντομο της ζωής του, άφησε πίσω του μια τεράστια μουσική κληρονομιά.

«Ο πρόωρος χαμός του αποτελεί τραγωδία σε εθνική διάσταση» […]«Για μένα προσωπικά ήταν πιο πολύ από αδελφός, φίλος, συνάδελφος. Ήταν η περηφάνια μου. Γιατί μπόρεσε με ένα ανεπαίσθητο χαμόγελο κι ένα τραγούδι, να πάει μια πήχη πιο πέρα τον ορίζοντα». – Μίκης Θεοδωράκης

Ο Μάνος Λοΐζος γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, στις 22 Οκτωβρίου 1937, με καταγωγή από την Κύπρο και τη Ρόδο. Η οικογένειά του μετακόμισε στην Αθήνα το 1955, και ο νεαρός τότε Λοΐζος, απόφοιτος του Αβερώφειου Γυμνασίου, γράφτηκε στη Φαρμακευτική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, σχολή την οποία τον επόμενο χρόνο εγκατέλειψε, για να φοιτήσει στην Ανωτάτη Εμπορική.

Το 1960 εγκατέλειψε, οριστικά, τις σπουδές του και άρχισε να απασχολείται περιστασιακά με διάφορες δουλειές, προκειμένου να εξασφαλίσει τα προς το ζην, κάνοντας τον σερβιτόρο, τον γραφίστα σε διαφημιστικές εταιρείες και τον μουσικό σε μπουάτ.

Το 1962 ηχογράφησε με τη Philips το πρώτο του τραγούδι, το Τραγούδι του Δρόμου, το οποίο ήταν μελοποίηση του ποιήματος του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, σε μετάφραση Νίκου Γκάτσου και ερμηνεία του Γιώργου Μούτσιου. Μια δεκαετία και πλέον αργότερα ηχογράφησε εκ νέου το τραγούδι με τη δική του φωνή και το ενέταξε στον μεγάλο του δίσκο τα Τραγούδια του Δρόμου.

 manos_loizos_2

Το 1967, παρά το ότι ήταν έτοιμος ο δίσκος Τα Νέγρικα, ένας δίσκος τον οποίον διαπερνούν η αφροαμερικανική κουλτούρα, ο πόλεμος του Βιετνάμ, η εκτέλεση του Τζον Κένεντι, το αμερικάνικο προτεσταντικό κήρυγμα σε μια ρατσιστική κοινωνία, δεν κυκλοφόρησε παρά μόνο μετά την πτώση της Χούντας.

Τον Δεκέμβριο του 1968 κυκλοφόρησε τον μεγάλο δίσκο του με τον τίτλο Σταθμός και που, όπως αναφέρεται στο σημείωμα του δίσκου:«τούτο το τεράστιο σε αξία μουσικό έργο αποδίδεται από τον καθιερωμένο πια Γιάννη Καλατζή, τη μοναδική Λίτσα Διαμάντη, τον κλασικό στο είδος του Δημήτρη Ευσταθίου και το καινούριο ταλέντο, τον Γιώργο Νταλάρα».

 manos_loizos_3

Αυτός ήταν ο πρώτος από τους τρεις δίσκους που έφεραν την υπογραφή του Μάνου Λοΐζου και του Λευτέρη Παπαδόπουλου και τον οποίον ακολούθησαν οι Θαλασσογραφίες, το 1970, και το Να’χαμε τι να’χαμε, το 1972.

Ο Λοΐζος φημιζόταν για την αρέσκειά του να ηχογραφεί το ίδιο τραγούδι σε τρεις και τέσσερις εκδοχές, ζητώντας πάντα τη βοήθεια των συνεργατών του, όπως επίσης, και για τα ηχητικά πειράματα που εφάρμοζε.

Τέτοια ήταν το ρυθμικό χτύπημα που ακούγεται στην εισαγωγή του τραγουδιού Ο Λιόντας και προέρχεται από το παπούτσι του Γιώργου Νταλάρα, αλλά και οι εφημερίδες που τοποθετούσε κάτω από τις χορδές του πιάνου για ν’ αλλοιώσει τον ήχο του και να έχει ένα πρωτόγνωρο αποτέλεσμα.

«Ο Μάνος είχε μια εκπληκτική ικανότητα στις μελωδίες. Ηταν μελωδός, είχε τη μελωδία στο αίμα του. Μου έλεγε χαρακτηριστικά ότι μπορούσε να μελοποιήσει τον τηλεφωνικό κατάλογο». – Λευτέρης Παπαδόπουλος

 manos_loizos_4

Υπήρξε ένας ενεργός πολιτικά και κοινωνικά πολίτης, ο οποίος με τα τραγούδια του έπαιρνε θέση στα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα της εποχής του, απέναντι στη δικτατορία, στην καταπίεση, στην αδικία, στον κοινωνικό ρατσισμό, δημιουργώντας το λεγόμενο λαϊκό και πολιτικό τραγούδι, ενώ υπήρξε για πολλά χρόνια μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας.

Με την επιβολή της Χούντας των Συνταγματαρχών, ο Λοΐζος έφυγε για την Αγγλία, τον Σεπτέμβριο του 1967, και επέστρεψε στις αρχές της επόμενης χρονιάς και από το 1972, ως ιδρυτικό μέλος της Ένωσης Μουσικοσυνθετών και Στιχουργών Ελλάδος, αγωνίστηκε για την καταπολέμηση της κασετοπειρατείας και της λογοκρισίας, ενώ την ίδια αυτή χρονιά συνελήφθη στο σπίτι του, στο Χολαργό, και κρατήθηκε για δέκα ημέρες.

Μετά την πτώση της Χούντας, κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης, συμμετείχε σε μεγάλες λαϊκές συναυλίες της εποχής και στο τέλος του 1974 κυκλοφόρησε τον δίσκο Τα Τραγούδια του Δρόμου, ο οποίος περιελάμβανε όλα εκείνα τα τραγούδια του που είτε είχαν απαγορευτεί κατά τη διάρκεια της επταετίας είτε θα ηχογραφούνταν λογοκριμένα.

 manos_loizos_5

Χαρακτηριστικό της μαχητικότητάς του, αλλά και της ευρείας αποδοχής του υπήρξε η συνομιλία του με μια ομάδα φοιτητών την ημέρα που βραβεύτηκε η ταινία «Ευδοκία» του Αλέξη Δαμιανού, στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, το 1971, μέρα κατά την οποία στην Αθήνα κηδευόταν ο Γιώργος Σεφέρης.

Μετά το τέλος των εκδηλώσεων μπροστά από την Εταιρία Μακεδονικών Σπουδών, οι μαζεμένοι φοιτητές, που ήταν στον θρυλικό εκείνο β’ εξώστη άρχισαν να συζητάνε τα όσα συνέβησαν στην Αθήνα και ως φόρο τιμής προς τον ποιητή άρχισαν να τραγουδούν το μελοποιημένο ποίημα Άρνηση σε μουσική Μίκη Θεοδωράκη.

Ακούγοντας τις νεανικές φωνές, ο Μάνος Λοΐζος, ο Αλέξης Δαμιανός και πολλοί άλλοι πλησίασαν συγκινημένοι, με δυο αστυνομικούς να τους ακολουθούν και να τους ρωτούν τι κάνουν εκεί. Τότε ο Λοΐζος γύρισε και τους είπε: «Αποχαιρετούμε έναν που έφυγε σήμερα»με τον αστυνομικό να ρωτάει – ενοχλημένος – αν πέθανε και αν ήταν συγγενής τους και τον συνθέτη να του απαντά: «Ήταν Έλληνας, να σας πω και το όνομα του. Γιώργος Σεφέρης, τον γνωρίζετε;»

Μετά από τον διάλογο των αστυνομικών με τον Λοΐζο η άτυπη παρέα των νεαρών και όσοι τους πλησίασαν άρχισε να τραγουδά, με τον Λοΐζο να διευθύνει τη «χορωδία» και τους αστυνομικούς να μη διακόπτουν την πρωτότυπη αυτή συναυλία.

 manos_loizos_6

Τον Οκτώβριο του 1981 άρχισαν τα προβλήματα υγείας του, όταν μπήκε στο Γενικό Κρατικό Νοσοκομείο Αθηνών με συμπτώματα περικαρδίτιδας και νεφρικής ανεπάρκειας και στο τέλος του ίδιου χρόνου ταξίδεψε στη Μόσχα για ιατρικές εξετάσεις και θεραπεία. Η υγεία του μέρα με την μέρα επιβαρυνόταν, με τα εγκεφαλικά να διαδέχονται το ένα το άλλο και στις 17 Σεπτεμβρίου απεβίωσε σε ηλικία 45 ετών.

Μερικοί από τους γνωστότερους δίσκους του είναι:

  • Ο Σταθμός (1968)
  • Οι Θαλασσογραφίες (1970)
  • Ευδοκία (1971)
  • Να χαμε τι να ‘χαμε (1972),
  • Καλημέρα, ήλιε (1974)
  • Τα τραγούδια του Δρόμου (1974)
  • Τα Νέγρικα (1975)
  • Τα τραγούδια μας (1976)
  • Τα τραγούδια της Χαρούλας (1979)