Άρθουρ Μίλερ: Ο κορυφαίος δραματουργός που ήθελε να αλλάξει τον κόσμο

Φανατικός πολέμιος του μακαρθισμού και ένας από τους κορυφαίους δραματουργούς του 20ού αιώνα, ο Άρθουρ Μίλερ, ο συγγραφέας που ήθελε να αλλάξει τον κόσμο, γνώρισε την παγκόσμια αναγνώριση χάρη στο έργο του, στο οποίο απεικονίζεται η σκοτεινή πλευρά του αμερικανικού ονείρου.

Ο Άρθουρ Μίλερ γεννήθηκε στο Χάρλεμ της Νέας Υόρκης στις 17 Οκτωβρίου του 1915 και από πολύ μικρός γνώρισε το σκληρό πρόσωπο της φτώχειας, καθώς η οικονομική κρίση του 1929 οδήγησε στην καταστροφή τη βιοτεχνία γυναικείων ενδυμάτων του πατέρα του.

Το γεγονός αυτό αναπόφευκτα επηρέασε βαθύτατα τον μικρό τότε Άρθουρ, καθώς συνειδητοποίησε την ανασφάλεια της σύγχρονης ύπαρξης, που του στέρησε, αργότερα, τη δυνατότητα να φοιτήσει στα πανεπιστήμια Kορνέλ και Μίσιγκαν.

 theatra-opera_2

Παρά τις δυσκολίες, ο Μίλερ γνώριζε από τα 16 του χρόνια ότι ήθελε να γίνει συγγραφέας, καθώς διακρίθηκε από πολύ νωρίς ως χαρισματικός αφηγητής ιστοριών. Ωστόσο, αναγκάστηκε να κάνει διάφορες δουλειές για να επιβιώσει και για να μπορέσει να συγκεντρώσει το απαραίτητο ποσό για τις σπουδές του και, τελικά, το 1934 έγινε δεκτός στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν.

Μάλιστα, ένα μέρος των διδάκτρων που κατέβαλε προέρχονταν από την αμοιβή που συνόδευε τα τρία βραβεία που κέρδισε κατά τη διάρκεια της φοίτησής του στο πανεπιστήμιο για τη συγγραφή θεατρικών έργων με πρώτο το «No Villain»

Την περίοδο που σπούδαζε, παράλληλα εργαζόταν ως νυχτερινός ρεπόρτερ στην εφημερίδα «Michigan Daily» και παρακολουθούσε μαθήματα θεατρικής γραφής. Μετά την αποφοίτησή του, το 1938, άρχισε να γράφει έργα για το ραδιόφωνο και, το 1944, παρουσιάστηκε στο Μπρόντγουεϊ με το πρώτο του έργο The Man Who Had All the Luck (Ο Άνθρωπος που είχε όλη την τύχη), το οποίο αν και κέρδισε το Εθνικό Βραβείο της Συντεχνίας Θεάτρου, δεν σημείωσε μεγάλη επιτυχία, καθώς δέχτηκε καταστροφικές κριτικές.

 theatra-opera_2

Παρόλα αυτά, αποτέλεσε την αρχή για την εξερεύνηση μιας από τις αγαπημένες θεματικές του συγγραφέα, αυτής της προσωπικής τιμής. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1947, επανεμφανίστηκε στο Μπρόντγουεϊ με το διαχρονικό έργο « All My Sons» ( Ήταν όλοι τους παιδιά μου), σε σκηνοθεσία του Ηλία Καζάν, το οποίο σημείωσε θριαμβευτική επιτυχία και πήρε τρία βραβεία: το Πούλιτζερ, το βραβείο Θεατρικών Κριτικών και επιπλέον το βραβείο Αντοανέτ Πέρι, γνωστό ως θεατρικό βραβείο Τόνι.

Το 1949, επέστρεψε με μια από τις σπουδαιότερες δημιουργίες του, το « Death of a Salesman» (Ο θάνατος του εμποράκου), που παιζόταν στο θέατρο για 742 συνεχόμενες μέρες. Στο δις βραβευμένο έργο, παρουσιάζεται η ιστορία - ή μάλλον τραγωδία – ενός πλανόδιου εμπόρου, που πέφτει θύμα κίβδηλων αξιών, οι οποίες αποτελούν κατά ένα μεγάλο μέρος τις αξίες της κοινωνίας όπου ζει.

Το επόμενο μεγάλο έργο ήταν το «The Crucible» ( Η Δοκιμασία ή Οι Μάγισσες του Σάλεμ), που βασίζεται στις δίκες μαγισσών του Σάλεμ, το 1692. Μ' αυτό το έργο ο Μίλερ, εκτιμώντας ότι εκείνη η περίοδος είχε πολλά κοινά σημεία με το πολιτικό «κυνήγι μαγισσών» του 1950, κατέκρινε την αντικομουνιστική υστερία του Μακαρθισμού και για αυτό ανακρίθηκε από την Επιτροπή Αντιαμερικανικών Ενεργειών, αρνούμενος, ωστόσο, να δώσει ονόματα φιλο-κομμουνιστών, με κίνδυνο να φυλακιστεί.

Εκτός από τα δεκάδες έργα του, τα οποία είχαν γίνει θεατρικές επιτυχίες, ο Μίλερ γύρισε και κινηματογραφικές ταινίες, με σκηνοθέτες όπου ο Τζον Χιούστον, ο Σίντνεϊ Λουμέτ και ο Κάρελ Ράιζ.

 theatra-opera_2

Σε όλα τα έργα του, που κινούνται από τον ρεαλισμό στον εξπρεσιονισμό, ο Μίλερ αποτύπωσε την Αμερική έτσι όπως τη γνώρισε και τη βίωσε, θέτοντας στο κέντρο τις ιδέες της σπουδαιότητας της οικογένειας, του αυτοσεβασμού και της συνείδησης. Γι’ αυτόν τον λόγο, δεν βλέπουμε ήρωες και αντιήρωες, αλλά κοινούς ανθρώπους με προτερήματα και ελαττώματα, που μπορούν να είναι ταυτόχρονα Θεοί και διάβολοι.

Παράλληλα με τα θεατρικά έργα, ο Μίλερ αρθρογραφούσε στους New Υοrk Times, όπου υπερασπιζόταν τους διωκόμενους καλλιτέχνες και κατήγγειλε τον πόλεμο στο Βιετνάμ, την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τη λογοκρισία, το ρατσισμό της, την κερδοσκοπία, τη μισαλλοδοξία και την αναισθησία μπροστά στην αποτυχία και αδυναμία.

Εκτός από Πούλιτζερ, είχε τιμηθεί με βραβείο «Πρίγκιπας των Αστούριας», το 2002, και το Βραβείο της Ιερουσαλήμ, το 2003.

Παρά τη καλλιτεχνική του μεγαλοφυΐα, δεν έδειξε την ίδια σοφία στην προσωπική του ζωή, κάνοντας τρεις γάμους, από τους οποίους απέκτησε τρία παιδιά.

 theatra-opera_2

Στη συνείδηση, ωστόσο, των περισσοτέρων έχει μείνει ο γάμος του με τη Μέριλιν Μονρόε, με τον Τύπο της εποχής να γράφει ότι «το μεγάλο αμερικανικό μυαλό συνάντησε το μεγάλο αμερικανικό κορμί. Ο κόσμος τους λάτρεψε και πίστευε ότι αποτελούσαν ένα σχεδόν βασιλικό ζευγάρι, αν και ο γάμος τους δεν μακροημέρευσε, αφού χώρισαν μετά από πέντε χρόνια συμβίωσης.

Αφήνοντας πίσω του μια μοναδική κληρονομιά, έχοντας δεχθεί δεκάδες επιθέσεις και συκοφαντίες στην πατρίδα του, την ώρα που έχαιρε βαθιάς εκτίμησης σε όλον τον κόσμο, ο Μίλερ πέθανε στις 10 Φεβρουαρίου 2005, σε ηλικία 89 ετών.

Όπως δήλωσε για αυτόν ο θεατρικός συγγραφέας, Χάρολντ Πίντερ, πληροφορούμενος την είδηση του θανάτου του: «Ήταν βράχος και έμοιαζε με βράχο, εννοώ ότι και η φυσική παρουσία του ήταν επιβλητική. Ήταν ηγέτης… Απόλυτα ανεξάρτητος, με μια αταλάντευτη κριτική ευφυΐα».